Ιδέες

Το διαρκές αίτημα για «ισοελευθερία»

By N.

January 28, 2019

Χρήστος Μπαξεβάνης*

Ελευθερία χωρίς ισότητα είναι εκμετάλλευση. Ισότητα χωρίς ελευθερία είναι καταπίεση. Η αλληλεγγύη είναι η κοινή ρίζα της ελευθερίας και της ισότητας (Ρόζα Λούξεμπουργκ)

Τον περασμένο Δεκέμβρη συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από την υπογραφή και υιοθέτηση της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η οποία αναγνωρίζεται ευρέως ως η παγκόσμια  Magna Carta δικαιωμάτων. Τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν αναπόσπαστο θεμέλιο της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι καθολικά, αδιαίρετα και αναπαλλοτρίωτα. Σε αυτά εδράζεται το κράτος δικαίου και από αυτά απορρέουν οι δημοκρατικές αξίες κάθε ευνομούμενης πολιτείας, της οποίας πρωταρχική υποχρέωση είναι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου.

Το πρώτο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ορίζει πως όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι, ενώ ανάλογη διατύπωση συναντάται και στην Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου  και του Πολίτη. Η σχέση είναι τόσο στενή που όταν η μία αξία χάνεται και η άλλη υποχωρεί. Αυτό οδήγησε τον Étienne Balibar να επινοήσει τον όρο «ισοελευθερία» που αργότερα εξελίχθηκε σε «ισοδημοκρατία», προκειμένου να καταδείξει την ταύτιση της ελευθερίας με την ισότητα, στην οποία μάλιστα προσδίδει καθολική εμβέλεια. Για τον Γάλλο φιλόσοφο, ελευθερία και ισότητα είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες.

Η ελευθερία δεν μπορεί να ανθήσει χωράς ισότητα και η ισότητα δεν υπάρχει χωρίς ελευθερία. Η ισότητα είναι ταυτόσημη με την ελευθερία, ίση προς την ελευθερία και αντιστρόφως. Το δεύτερο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αποσαφηνίζει πως τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που προβλέπει η Διακήρυξη ανήκουν εγγενώς σε όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, το φύλο, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό.

Η καθολική και αδιαίρετη, ωστόσο, απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραμένει μια διαρκώς αθετούμενη υπόσχεση. Η οικουμενικότητα τους δεν μετατράπηκε (μέχρι σήμερα) σε πραγματικότητα. Η πείνα και ο υποσιτισμός, οι ανισότητες, τα προγράμματα λιτότητας και η δομική ανεργία, η μακροχρόνια φτώχεια και η εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων αποτελούν προσβολή για την ανθρωπότητα και κατάφωρη παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι πολεμικές συρράξεις, η εκμετάλλευση και η σωματεμπορία, οι παράνομες φυλακίσεις και οι θανατώσεις ανθρώπων συνεχίζονται, ενώ η διαστρεβλωμένη θεώρηση περί ασφάλειας περιορίζει τις ατομικές ελευθερίες και συγκεντρώνει την εξουσία στα χέρια των λίγων και ισχυρών.

Εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάζονται να αφήσουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν καταφύγιο μέσα στην ίδια τους τη χώρα λόγω βίαιων εκτοπισμών ή περνούν τα εθνικά τους σύνορα, για να αναζητήσουν προστασία σε άλλα κράτη Οι διακρίσεις παραμένουν σε υψηλά επίπεδα παγκοσμίως και σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν μοιραίες συνέπειες για τα θύματά τους. Την ίδια στιγμή παρατηρούμε, σχεδόν αμήχανα, τη συγκρότηση μιας Μαύρης Διεθνούς από την μία μέχρι την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με την φοβική ρητορεία να έχει κατισχύσει στο δημόσιο διάλογο και με ευθεία πλέον αμφισβήτηση βασικών αρχών της δημοκρατίας και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα σημάδια του «Κακού» αποκαλύπτονται πλέον έκδηλα και αποτελούν σοβαρή δοκιμασία για τις φιλελεύθερες αρχές και τις δημοκρατικές παραδόσεις των κοινωνιών μας. Από τα παραπάνω καθίσταται ξεκάθαρο πως όχι μόνο δεν μπορούμε να θεωρούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα δεδομένα, αλλά η μάχη για την προστασία βασικών δικαιωμάτων δεν έχει τελειώσει σε κανένα μέρος του κόσμου.

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα η «ισοελευθερία» αποτελεί ένα είδος ρυθμιστικής ιδέας με κανονιστικό περιεχόμενο ικανό να αποκαταστήσει στο ακέραιο τον εγγενή, καθολικό και αδιαίρετο χαρακτήρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακριβώς γιατί μάς επιτρέπει να κάνουμε την μετάβαση από μια φιλανθρωπική σε μια δικαιωματική προσέγγιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, πέρα και πάνω από ακατάσχετα ευχολόγια, παραινέσεις και ανέξοδες ρητορείες.

Ο ιδεατός συνδυασμός ελευθερίας και ισότητας δεν υπάρχει, ούτε έχουμε κάποιο εγχειρίδιο ή μια έτοιμη συνταγή για να την εφαρμόσουμε. Επίσης, η «ισοελευθερία» δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως μελλοντικό σχέδιο ή ένα τελικό στάδιο, μια ολοκλήρωση. Αντίθετα, αποτελεί τη βάση ενός σχεδίου που θα ενεργοποιείται στο σήμερα, θα βιώνεται στο σήμερα, χωρίς βέβαια να ολοκληρώνεται. Ακριβώς διότι αποτελεί, μια συνεχή διαδικασία, μια σειρά διεκδικήσεων συγκεκριμένου χαρακτήρα και σκοπού που λαμβάνουν χώρα στο παρόν και οι οποίες στο βαθμό που καθίστανται νικηφόρες ανοίγουν τον δρόμο για νέες στοχεύσεις και διεκδικήσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, η «ισοελευθερία» αποτελεί δύναμη μετασχηματισμού των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων, ένα κάλεσμα σε κοινωνική και πολιτική δράση, ένας διαρκής αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, για την καταπολέμηση των ανισοτήτων και των διακρίσεων, για την διεύρυνση και εμβάθυνση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των ελευθεριών μέσα από κοινωνικές πολύμορφες αμεσοδημοκρατικές πρωτοβουλίες και σχήματα, ένα διαρκές αίτημα πολιτικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Κάθε αίτημα, κάθε επιτυχία γίνεται έτσι βήμα μιας μακράς διαδικασίας και πορείας και προϋπόθεση για τον επόμενο, πιο ριζοσπαστικό σταθμό, μέχρι να αγγίξουμε τα βαθύτερα δομικά αίτια: την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο. Ακολούθως, ένα παγκόσμιο κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα με χειραφετητικό πρόσημο και πρόταγμα την αλληλεγγύη ανάμεσα στους λαούς μπορεί να αποτελέσει το αντίπαλο/αντιηγεμονικό στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό δέος.

Η πολιτική μεταβολή και η δυνατότητά της δεν μπορεί φυσικά να μην λαμβάνει υπόψη την εμπειρία της πραγματικότητας, αλλά δεν μπορεί και να περιορίζεται (απλώς και μόνο) σε αυτήν. Για να το θέσουμε με τους όρους των «μετα-ιστορικών κατηγοριών» του Reinhart Koselleck, δεν τελεί ο «ορίζοντας της προσδοκίας» μας πάντοτε σε συνάρτηση προς τον «χώρο της εμπειρίας μας». Εξάλλου ας μην διαλάθει της προσοχής μας ότι η ουτοπία ως μιλούσα εικόνα αποτελεί πραγματικότητα μέσα στο πραγματικό και διεκδικεί την ολοκλήρωσή της μέσω ενός κατάλοιπου επιθυμίας που δεν εκπληρώθηκε ακόμη.

Στον Thomas More, «η ποθητή χώρα, υπάρχει ήδη έτοιμη σε ένα μακρινό νησί, αλλά εγώ δεν βρίσκομαι εκεί. Από την άλλη μεριά, όταν μετατοπίζεται στο μέλλον, όχι μόνο δεν βρίσκομαι εγώ εκεί, αλλά και η ίδια η ουτοπία δεν βρίσκεται στον εαυτό της. Δεν υπάρχει ούτε το νησί. Όμως αυτό δεν ισοδυναμεί με παραλογισμό ή φαντασιοκοπία· μπορούμε μάλλον να πούμε ότι δεν υπάρχει ακόμη με την έννοια της δυνατότητας. Θα μπορούσε όμως να υπάρξει μόνο αν κάναμε κάτι για να υπάρξει. Όχι μόνο αν ταξιδέψουμε εκεί, αλλά επειδή ταξιδεύουμε εκεί, το νησί της ουτοπίας αναδύεται από τη θάλασσα του πιθανού».

*Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ