Σινεμά

The Danish Girl [κριτική] -από τον Νικήτα Φεσσά

By Νικήτας Φεσσάς

February 01, 2016

To The Danish Girl παρουσιάζει την ιστορία του Δανού ζωγράφου Einar Wegener στην Κοπεγχάγη του 1920, παρουσιάζοντάς τον ως το πρώτο άτομο που υποβλήθηκε σε επέμβαση αλλαγής φύλου. Η ταινία εξιστορεί τη μετάβασή του σε Lili, και τις συνέπειες για εκείνον, τη γυναίκα του Gerda, και τον περίγυρό του.

Με πολύ καλό timing από άποψης marketing (βλ. επιτυχημένες σειρές με τρανς χαρακτήρες όπως το Transparent, μέχρι την Caitlyn Jenner) , η ταινία του Tom Hooper (The Kings Speech), με τον προβλέψιμα ανδρόγυνο Eddy Redmayne ‘φρέσκο’ από τη νίκη του στα περασμένα βραβεία της Ακαδημίας ως Στίβεν Χώκινγκ, έγραφε εξαρχής πάνω της με μεγάλα γράμματα ‘οσκαρικό’/mainstream (με την κακή έννοια). Αυτό είναι εν μέρει και η καταδίκη της. Από τα πολυτελή κουστούμια εποχής, μέχρι το σενάριο και τις ερμηνείες, το The Danish Girl αποτυγχάνει με μεγαλειώδη πάταγο στο να πραγματευτεί με λεπτότητα το ευαίσθητο θέμα του.

Το σενάριο, η σκηνοθεσία, και η ερμηνεία του πρωταγωνιστή μετατρέπουν την έννοια της επιτελεστικότητας του φύλου (και το προοδευτικό potential αυτής) σε κενή μίμηση, καρικατούρα, παρωδία φύλου/θηλυκότητας, όπως και σε θρίαμβο του στυλ σε βάρος της ουσίας.

Τα πάντα εξαντλούνται σε μια πολύ προφανή και επιφανειακή θεατρικότητα: για τον σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο προφανώς η θηλυκότητα αρχίζει και τελειώνει στην εφαρμογή κραγιόν, τα δαντελωτά νυχτικά και τα βελούδα, και σημαίνει/ταυτίζεται (με) αυτά και μόνο (με) αυτά.

Το ανδρικό βλέμμα της κάμερας φετιχοποιεί, αντικειμενοποιεί, εξωτικοποιεί, αντιμετωπίζει τη θηλυκότητα ως Αλλο. Το σενάριο αναπαράγει παρωχημένα και οπισθοδρομικά, ιδεολογικά συντηρητικά στερεότυπα και κλισέ περί θηλυκότητας (μετά την χειρουργική επέμβαση το μόνο που θέλει η Lili είναι να παρατήσει τη ζωγραφική και να γίνει πωλήτρια σε κατάστημα για γυναικεία αρώματα, αλλά και να κάνει παιδιά- κοινώς να γίνει μια χαρούμενη νοικοκυρά).

O δε πρωταγωνιστής αναλώνεται σε νευρικά τικ, εκφράσεις και χειρονομίες- μανιερισμούς, αμήχανα και άκαιρα ναρκισσευόμενα χαμόγελα που αποσπούν την προσοχή του θεατή από το τραγικό- αλλά και τραγικοποιημένο/ρομαντικοποιημένο- θέμα της ταινίας, που είναι μόνο χαλαρά βασισμένη σε αληθινή ιστορία.

Η ερμηνεία της Alicia Vikander (Ex Machina) ως Gerda – η σύζυγος του Einar- περισσότερο υποφερτή, αν και επίσης όχι ιδιαιτέρως λεπτή.

Εν τέλει ο/η θεατής αδυνατεί να ταυτιστεί με τους ήρωες και τις ηρωίδες, οι οποίοι συμπεριφέρονται σαν πανέμορφα πλην εγωιστικά, και δυστυχώς εν τέλει αντιπαθή νευρόσπαστα χωρίς εσωτερικό κόσμο. Δεν ξέρουμε ακριβώς τι θέλουν τελικά (ούτε και οι ίδιοι φαίνεται να ξέρουν), πέραν του να ανταλλάξουν (ομολογουμένως πανέμορφα) ρούχα και περούκες – αλλά εν τέλει δεν μας νοιάζει κιόλας.

Από τη σκηνή μπροστά στον καθρέφτη, μέχρι εκείνη του ήρωα μπροστά στην στρίπερ, και το πομπώδες τέλος, το μόνο που το φιλμ προκαλεί είναι χάχανα και απογοήτευση, ίσως και οργή για μια χαμένη ευκαιρία, αλλά κυρίως για την οριακά προσβλητική αντιμετώπιση από την ταινία των τρανς συνανθρώπων μας που σήμερα αντιμετωπίζουν -ας μας επιτραπεί η αφελής έκφραση- ‘πραγματικά’ προβλήματα, που δεν σηκώνουν αισθητικοποίηση και την μετατροπή τους σε φτηνές και χοντροκομμένες μικροαστικές συγκινήσεις της απογευματινής παράστασης.

Κατά τα άλλα, περιμένουμε με αγωνία την επόμενη οσκαρική ερμηνεία του Redmayne, όπου θα παίζει την Rosa Parks, επιτελώντας την μαυρότητά της.