Απόψεις

Σημειώσεις (The game of darkness)

By N.

April 06, 2017

Της Δήμητρας Διαμαντίδου

Έχει ξημερώσει “για τα καλά”. Δεν έχω ποίηση αυτή τη στιγμή. Κοιτάω έξω τις συστάδες των δέντρων, άλλα αειθαλή, άλλα φυλλοβόλα. Κοιτώ τις κορυφογραμμές των βουνών μακριά και τον κάμπο που απλώνεται. Ο χειμώνας είναι βελούδινος, τρυφερός. Ένα πράσινο και σταχύ χαλί έχει στρωθεί τριγύρω και ο ήλιος πίσω από τα λιγοστά σύννεφα δίνει “μια χείρα βοήθειας” σε ολόκληρη την πλάση.

Βρίσκομαι στην εθνική οδό στο ύψος της Ν. Αγχιάλου με κατεύθυνση προς Αθήνα και είναι 27 Δεκεμβρίου. Σμήνη πουλιών πετούν, κάπου-κάπου φυτρώνουν θερμοκήπια, μικρά αγροκτήματα και κουφάρια κτιρίων. Με πιάνει μια επαγγελματική διαστροφή με τα κουφάρια των κτιρίων. Καταρχάς, με ενδιαφέρει να καταλάβω τον φέροντα οργανισμό τους: Κολώνες, πλάκες, δοκάρια και πρόβολοι. Μετά κοιτώ τις βλάβες, τις ρωγμές, την κατάσταση του οπλισμού (αν φαίνεται), τα ξεβράσματα του (αν δε φαίνεται). Κυρίως όμως παρατηρώ τα σημάδια του χρόνου: την επίδραση του νερού, των ανέμων και φυσικά τα αποτέλεσμα, τους ριγμένους σοβάδες, τις μαύρες κρούστες. Στο τέλος, παρατηρώ το σκοτάδι τους. Δεν υπάρχουν τοιχία, παρά μόνο το κέλυφος. Οι χώροι είναι ενιαίοι και σκοτεινοί παρά το φως που προσπαθεί να παίξει μαζί τους. (Εξακολουθώ να μην έχω ποίηση).

Με σαγηνεύει, προς το παρόν, η ιστορία των κουφαριών. Κάποιος ξεκίνησε να χτίζει ένα κτίριο  και δεν κατάφερε να το ολοκληρώσει. Δεν θα είχε αρκετά χρήματα πιθανώς κι έτσι προσέφερε στον κόσμο λίγο σκυρόδεμα και λίγο σκοτάδι. Το κτίριο αυτό μελετήθηκε, σχεδιάστηκε, υπολογίστηκε μα έμεινε κάτι ατελείωτο μέσα στο χρόνο. Άλλα πάλι έχουν εγκαταλειφθεί, κάποτε ήταν κάτι, μαγαζιά, ξενοδοχεία ή και άλλα που δεν μπορώ να υποθέσω την χρήση τους. Το ίδιο σκοτάδι, η ίδια σιωπή.

Όσο γράφω έχουμε διανύσει κάμποσα χιλιόμετρα. Σηκώνω το κεφάλι μου και βλέπω στο βάθος τη θάλασσα. Τα βουνά έχουν πυκνώσει όπως και οι στροφές του δρόμου. Η έξοδος για Γλυφα και Πελασγία. Στη Γλυφα βρίσκεται το εξοχικό της φίλης μου της Ειρήνης. Περνάμε τα διόδια και η θάλασσα βρίσκεται δίπλα μας πια. Ελιές στις χαμηλές πλαγιές, ,στα δυτικά οι  χιονισμένες κορυφές και επάνω τους οι διαγραφόμενες σκιές των σύννεφων.

Τα κουφάρια λοιπόν. Νιώθω μια συμπόνια για αυτά τα κτίρια, αν και μαγκώνομαι όταν τα αντικρίζω. Μπορώ να τα επισκευάσω ή να τα ολοκληρώσω μα αδυνατώ. Ιδού η αιτία του κόμπου φίλοι μου. Τα κουφάρια είναι έτσι πολλά χρόνια. Παρατημένα στους καιρούς και στη μοίρα. Κάποια στιγμή θα βρεθεί κάποιος που θα τα φτιάξει ή θα χαθούν, ρημαγμένα, σε ένα μακρινό παρελθόν.

Η απλή μου διαστροφή με οδηγεί στους απαραίτητους παραλληλισμούς. Ο εαυτός μας; Είναι κουφάρι αδρανές; Ή είναι ζωντανός; θα παλεύει πάντα; θα ζει πάντα ή όταν αποφασίσει ποιος είναι θα πεθάνει; Θα μοιάζει με κάτι που κάποτε ήταν; Θα μείνει ημιτελής; Ο εαυτός μας με τον φέροντα οργανισμό του: τα βιώματα και τις γνώσεις. Με Τις βλάβες και τις ρωγμές, με τον χρόνο που τον καταπίνει.

Σκέφτομαι τον εαυτό μου. Πάντα από κει ξεκινάω. Σκέφτομαι, λοιπόν, πως εγώ ζω. Κάποιες φορές δίνομαι με όλο μου το «είναι», άλλοτε πάλι φοβάμαι και περιμένω την κατάλληλη στιγμή. Μα εξακολουθώ και ζω. Αναγνωρίζω πως είμαι ευάλωτη κι αυτό θεωρώ πως είναι το μεγαλύτερο προτέρημά μου. Ταυτόχρονα, είμαι ανυπόμονη – το μεγαλύτερο ελάττωμά μου, όπως το ξεβρασμένο σίδερο σε μια πλάκα από μπετό. Μέσα στην όποια αυτογνωσία μου, η κάθε μέρα με βρίσκει έτοιμη να πολεμήσω, να πιω το ναρκωτικό της ύπαρξης μου, να το αγαπήσω βαθειά, να το εξερευνήσω. Είναι όμορφο πράγμα η ζωή αλλά δεν είναι το άπλετο φως. Έχω νιώσει κουφάρι, όπως αυτά τα κτίρια τριγύρω, έχω ζήσει στο σκοτάδι και δε με τρομάζει. Είναι ένα κομμάτι μου που μπορεί και συνδιαλέγεται πια με την αισιόδοξη πλευρά μου, με τη δίψα και τη χαρά για τη ζωή.

Έχουμε αφήσει πίσω μας τη Λαμία, μπροστά μας  διακρίνονται τα Καμένα Βούρλα και ο Ευβοϊκός. Οι ελιές και τα βουνά δίπλα-δίπλα κι εγώ ακέραιη. Είμαι ένα σώμα, ένας εαυτός, μια μορφή. Έχουμε εισέλθει στη σήραγγα του Αγίου Κωνσταντίνου. Μετράω τις εξόδους κινδύνου και θυμάμαι το λιμάνι που μελετούσα λίγους μήνες πριν.

Μετρό 28-12-2016

Ακόμη δεν έχω ποίηση. Πάνω από τον ακέραιο εαυτό μου νιώθω ένα μαύρο σύννεφο. Έχει κρύψει πρόσκαιρα τον ήλιο μου μα δε θα του περάσει. Θα το φυσήξω μακριά..θα το φυσήξω. Ο δικός μου ο ήλιος δεν είναι μόνο προσωπικός, αυτό πλέον το έχω καταλάβει. Αρχίζω και τον στρέφω εκεί που πιστεύω πως αξίζει να φωτίζει.

Είμαι αθεράπευτα ηλίθια και εγωίστρια γιατί πιστεύω στους ανθρώπους, όπως άλλωστε είναι φυσικό.

Μετρό 2-1-2017

Πιστεύω σε μένα την ιδία, είναι δυνατό να αμφισβητώ το “είδος” μου; Θα ομολογήσω ακόμη, πως αρχίζω και πιστεύω περισσότερο στο ασυνείδητό μου και στις «πράξεις» του, κι έτσι, δίνω την ευκαιρία να μη φοβάμαι να είμαι ο εαυτός μου, να μη φοβάμαι αυτά που θέλω και αυτά που μπορώ να καταφέρω.

Τα γέλια των μικρών παίδων μέσα στον συρμό αποσυντονίζουν τη σκέψη μου. Η ησυχία επανέρχεται και ακούγεται μόνο η φωνή που ανακοινώνει τους επόμενους σταθμούς.