Επιστήμη

«Πολίτης» ή «Επωφελούμενος»;

By N.

October 29, 2018

Από την Έφη Κουκούτση*

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΚΡΟΤΟΥΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΕΣ (Συνεργασία του Νόστιμον Ήμαρ με το Σωματείο των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης)

Ο «επωφελούμενος», ή «εξυπηρετούμενος», ή «ωφελούμενος» τείνει να επικρατεί ως προσδιοριστικός όρος των ατόμων που προσέρχονται στις εκάστοτε κοινωνικές υπηρεσίες, διατυπώνοντας ένα οποιοδήποτε αίτημα κοινωνικής αρωγής και όχι μόνο. Συναντάται σε ένα εκτεταμένο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών προγραμμάτων. Ο ρόλος του εντοπίζεται μέσα σε ένα πλήθος σχέσεων που εκτείνονται από τη θεραπεία μέχρι τη φιλανθρωπία, από τη δια βίου μάθηση μέχρι την κοινωφελή εργασία, από τα ευρωπαϊκά προγράμματα μέχρι τα αναδιανεμητικά επιδόματα του κράτους. Η λέξη «επωφελούμενος» ακούγεται και αρθρώνεται τόσες πολλές φορές και σε τόσο διαφορετικούς χώρους, που πλέον μοιάζει με διακριτή ανθρωπολογική φιγούρα, στο ενδιάμεσο του «εργαζόμενου», «πολίτη», «κοινωνικού μέλους». Δεν είναι τίποτα από όλα αυτά, είναι η διαρκής φιλοδοξία να υπάρξει ως κάποια εκδοχή τους.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τα κέντρα απεξάρτησης. Στις θεραπευτικές κοινότητες κυρίως, ο «επωφελούμενος» ονομάζεται  και «μέλος», παραπέμποντας σε μία ισότιμη συμμετοχή στη θεραπευτική διαδικασία. Ωστόσο, ήρθε δυναμικά να αντικαταστήσει όρους όπως «ασθενής», ή «πελάτης», ως πιο ουδετεροποιημένη σημασιοδότηση που αντιπαρέρχεται αρνητικά σημαινόμενα «αδυναμίας» ή «συναλλαγής» των δύο προηγούμενων. [1]

Είναι όμως έτσι; Κατά την κρίση μας ο «επωφελούμενος» κάθε άλλο παρά  όρο ουδέτερο και απλό συνιστά. Αποτελεί μία σύνθετη εννοιολογική κατηγορία, ένα συσσωρευμένο νόημα, που επενδύεται τόσο από τα πολλαπλά βιωματικά πλαίσια στα οποία παρίσταται ως τέτοιος, όσο και από το μονοσήμαντα θετικό πρόσημο που αποδίδει στο συσχετισμό του με τους εκάστοτε θεσμικούς διαχειριστές ενός αιτήματος. Αν ο «ασθενής» ή ο «πελάτης» υπαγόρευαν μια προβληματοποιημένη θεραπευτική σχέση, με διαφορετικές εντάσεις εξουσίας ο καθένας, ο «επωφελούμενος» την καθιστά εκ προοιμίου θετική. Ο άνθρωπος που λαμβάνει κοινωνικές υπηρεσίες θεωρείται κατ ‘ανάγκη και γενική ομολογία ότι «ωφελείται» ή «εξυπηρετείται». Κάθε αντίθεση, ανισότητα ή αδικία σε αυτή την αλληλεπίδραση μεταξύ ατόμου και φορέα αποσιωπάται πριν καν εκδηλωθεί. Ο ρόλος του «ωφελούμενου» στο προσκήνιο της κοινωνικής πολιτικής αντανακλά ενδεχομένως αυτή τη στερεοτυποποιημένη θετική απήχηση της κοινωνίας πολιτών, που πλέον προΐσταται ως βασικός της πάροχος. [2]

Ίσως ακόμα και να  επιτελεί μία ιστορική «λειτουργικότητα» στις παρυφές αυτής της νέας ανθρωπολογικής ταυτότητας του ωφελιμισμού, που διαμορφώνεται μέσα στη νεοφιλελεύθερη μεθοδολογία αναγωγής της αγοράς σε γενικευμένη τέχνη διακυβέρνησης. Για το Φουκώ η ταυτότητα του homo economicus, αποτελεί αδιαχώριστο μέρος αυτής της πολυδιαφημιζόμενης «κοινωνίας πολιτών», που αναδύεται ως διακριτός «λειτουργικός παίκτης» στο ενδιάμεσο των σχέσεων εξουσίας μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, αναλαμβάνοντας ένα σημαντικό μέρος της κυβερνητικής δραστηριότητας.   Απορροφώντας ευέλικτα και  τους κραδασμούς της. [3]

Όπως και να ‘χει, ο «επωφελούμενος» για να προάγεται σε λέξη -κλειδί ενός χώρου που νοείται ως «κοινωνικοπρονοιακός» επιτελεί μία θεσμική «λειτουργικότητα» για την οποία αξίζει να αναστοχαζόμαστε.  Σε πρώτη φάση τουλάχιστον,  έχει σημασία πώς ένας όρος μπορεί να σβήνει την κοινωνική μνήμη μίας εξουσίας σε όλους τους εμπλεκόμενους με κίνδυνο να διογκώνει απόκρυφους μηχανισμούς της. Διάφορες αντιφάσεις που βολικά «τακτοποιούνται» για παράδειγμα, υπό μία ενιαία ομπρέλα «αμοιβαίου οφέλους» μεταξύ παρόχων και αποδεκτών. Ή ακόμα και θεσμικές τελετουργίες καθήλωσης πολιτών σε μόνιμους ρόλους «ωφελούμενου». Οι διαχειριστικές (μανατζίριαλ) τάσεις μεταχείρισης του «στίγματος» εξάλλου, περιέργως εμφανίζονται διαχρονικά να απογειώνουν δύο αντίρροπες σταδιοδρομίες του. Και αυτών που το «κουβαλούν» και τις ελίτ των «ειδικών» που καλούνται να το εξαλείψουν.  Ακόμα και το επίμονο κάλεσμα μίας «μοντέρνας» ψυχολογίας,  που σε κάθε θετική ενέργεια ανακαλύπτει κυρίαρχες επιστημολογικές της αναζητήσεις, θα έπρεπε να διεγείρει περισσότερα δύσπεπτα ερωτήματα από όσα επιδερμικά επιστρατεύεται να «κουκουλώσει». Γιατί μέσα σε τέτοιες διασταυρώσεις μεταξύ Φρόυντ και Αμίτας Μόσιον, φιλανθρωπικών αφηγήσεων προστασίας των  «αδυνάτων» από τους «δυνατούς» και εικόνων μεγαλείου «κοινωνικής προσφοράς» των εκάστοτε  «ειδικών», ο «επωφελούμενος» συνιστά χωνευτήρι σχέσεων εξουσίας και ανταγωνιστικών στρατηγικών που διαπερνούν  το σώμα του.

Αρκεί μια ματιά στην καθημερινότητα των περιφερόμενων, «ανένταχτων» σωμάτων.  Στους ανθρώπους που βλέπουμε καθημερινά να περιφέρονται σε δρόμους και δομές αβοήθητοι σχεδόν, σε ένα μοτίβο συνεχούς παραπομπής και διάγνωσης, επανερχόμενοι στην ίδια βιωματική αφετηρία μίας «παρέκκλισης». Μίας διαφορετικότητας δηλαδή που βιώνεται μονίμως ως «δυσάρεστη». Είτε αυτή διαβάζεται μέσα από παραδοσιακές ταμπέλες «ανεξέλεγκτων προσωπικών παθών», όπως  «τοξικομανής», «αλκοολικός» «άστεγος», «εκδιδόμενη», «ψυχικά πάσχων» «αποφυλακισμένος» κ.ο.κ. [4] Είτε παραπέμπει σε νεοεισερχόμενες ετικέτες «ευπαθών»  της ελληνικής κρίσης, όπως  «νεοάστεγοι», «ανασφάλιστοι υπερήλικες», «άνεργοι νέοι», προσφάτως και «πυρόπληκτοι» και πολλοί άλλοι.

Είτε αναφέρεται βεβαίως σε «μετανάστες», που ανέκαθεν αποτελούσαν ισχυρή δεξαμενή δυνητικών «ωφελημένων»  από μόνοι τους. Προβάλλονται και στα πριν και στα μετά «μας», ως ενιαίο σώμα «ξένου», ένα δικέφαλο υποκείμενο πότε απειλής του εθνικού μας «μεγαλείου», πότε ανάτασης ενός «μεγαλείου» αλληλέγγυας «Ελληνικής ψυχής». Κατά πόσο όλες αυτές οι υποδιαιρέσεις της φτώχειας και του αποκλεισμού προάγουν προνοιακές διεξόδους περισσότερο από φίλτρα διαλογής των  σωμάτων σε εκείνα που αξίζει (ή συμφέρει) περισσότερο να «ωφεληθούν» από κάποια άλλα είναι ένα ερώτημα. Κατά πόσο παράγουν περισσότερο στοχευμένες δημόσιες πολιτικές ένταξης ή πολιτικές ταυτότητας για αποτελεσματικότερη δημόσια διαχείριση ενός μόνιμου φόβου κινδύνου φτωχοποίησης και περιθωριοποίησης που θα υποβαστάζει τη συλλογική συναίνεση, είναι ένα άλλο.

Πάντως «επωφελούμενοι» είναι όλοι αυτοί. Και κάποιοι μάλιστα εις διπλούν. Δεδομένου ότι μπορεί να λαμβάνουν πολλαπλές υπηρεσίες μέσα σε πολλαπλές πραγματικότητες αποκλεισμού και «συννοσηρότητας».

Λίγα ρούχα  από τον έναν, ένα συσσίτιο από τον άλλον, κανένα έκτακτο επίδομα, ίσως και κάποιο πρόγραμμα δια βίου μάθησης για να διαιωνίζεται η ζωή και κυρίως η πολιτική του βίου της. Η συμβουλευτική μόνο προσφέρεται σε βουλιμικές ποσότητες.. Συμβουλευτική ανέργων, συμβουλευτική αστέγων (!), συμβουλευτική γονέων, παιδιών κι εφήβων, συμβουλευτική για το φύλο, για τη βία, ενδοοικογενειακή ή άλλη, συμβουλευτική θεραπείας, συμβουλευτική και πρόληψης. Συμβουλευτική με κάθε μέσο. Από το τηλέφωνο, δια ζώσης, δι’ αλληλογραφίας, από skype, messenger, social ή άλλα media τηλεοπτικά, κτλ.  Αυτή  θα μιλάει στα «ωφελημένα» σώματα για ζητήματα «κινήτρων», «ενδυνάμωσης» κι «αυτό-εκτίμησης», συγ-χωνεύοντας αντεγκληματικές και κοινωνικοπολιτικές διαδρομές ευθύνης για τον πόνο τους, σε μία ενιαία εκλογίκευση περί προσωπικής υπευθυνότητας για την ανακούφισή του. Θα τους παίζει και  παιχνίδια δημιουργικά όταν έχει κέφια, ώστε να τα μάθει να «διαχειρίζονται» την εξαθλίωση αλλά και να ονειρεύονται μια συμμετοχή  σε ό, τι επινοήθηκε  μέχρι τότε ως ιδιότητα  πολίτη.

Είναι στα αλήθεια ο «επωφελούμενος» «πολίτης»; Ή μήπως μιλάμε για έναν ιστορικό αντικαταστάτη του; Μία  σύγχρονη πολιτειακή επινόηση ταυτότητας,  που αναδύεται σταδιακά μέσα στις νέες ψυχοκοινωνικές προοπτικές ομαδοποίησης ανθρώπων, υπό την πλήρη εξαίρεση κάθε δημοκρατικού περιεχομένου της;

* Κοινωνιολόγος, Μεταπτυχιακές Σπουδές, Κοινωνικός Αποκλεισμός & Μειονότητες, Πολιτική Κοινωνιολογία

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

  1. Πουλόπουλος Χ. «Είναι η διακοπή από τη θεραπευτική κοινότητα αποτυχία;» στο Εξαρτήσεις, τεύχος, 2003, σ. 2-32, σ. 13.
  2. Βούλγαρης Γ. «Κράτος και Κοινωνία Πολιτών στην Ελλάδα. Μία σχέση προς επανεξέταση;» στο Επιθεώρηση πολιτικής επιστήμης, τεύχος 28, Θεμέλιο, Νοέμβριος 2006 σ. 5-33.
  3. Foucault M., Η Γέννηση της βιοπολιτικής. Παραδόσεις στο κολέγιο της Γαλλίας (1978-1979), Πλέθρον, Αθήνα 2012, σ. 265-288.
  4. Ενδ. Για το στίγμα και τις κατηγορίες του, βλ. Goffman E. Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας. (πρωτότυπο 1963), Αλεξάνδρεια, έκδοση 1η 2001