Επικαιρότητα

Ο Αρχετυπικός άνθρωπος -από το Πρόβατο όχι Αρνί

By Πρόβατο όχι αρνί & Ma[t]ita Colorata

October 27, 2015

Μια κίνηση, μια εικόνα, ένας Θεός γεννιέται κι ανανοηματοδοτεί τον κόσμο. Ζέστη όπου κρύο, απάγκιο όπου ψυχρός αέρας, στέγνια όπου υγρασία, καταφύγιο όπου ψυγείο. Δεν είμαι άθεος, έχω θρησκεία να πιστέψω, ναούς να προσευχηθώ, αγίους να παρακαλέσω. Οι άνθρωποι, ετούτοι οι άνθρωποι που ξυπόλυτοι διασχίζουν τον πλανήτη, που ξεριζώθηκαν απ’ τους τόπους τους, που δεν περπατάν πάνω -αλλά πνίγονται- στις θάλασσες, που βρεγμένοι κι ανέστιοι μπαίνουν στη μάχη του χειμώνα, ετούτοι λοιπόν οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ είναι οι δικοί μου Θεοί. Καθένας τους κι από ένα θαύμα. Καθένας τους κι από τόση δύναμη όση είναι ικανή να μετακινήσει βουνά, να αλλάξει τα σύνορα, τη γεωγραφία του κόσμου.

Ένα ψυγείο πλάι σε μια γκρεμισμένη σκηνή, πλάι σε μια διαλυμένη τέντα, σε έναν σκισμένο μουσαμά. Σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων, σε έναν χώρο αφιλόξενο όσο και η τραπεζική ένωση των κρατών που ορίζουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η διαφήμιση του προϊόντος του ακόμη πάνω, προσκαλεί για ένα παγωμένο τσάι που θα κάνει ευκολότερη τη ζέστη μιας καλοκαιρινής μέρας. Το καλοκαίρι όμως είναι πίσω, το ψυγείο βγήκε απ’ την πρίζα, τα σύννεφα μαζεύτηκαν στον ουρανό και οι καταιγίδες είναι τόξα θανάτου με φαρέτρες γεμάτες κεραυνούς. Η μυθιστορηματική ατάκα του Τζωρτς Μάρτιν για τον χειμώνα που έρχεται είναι η λεζάντα της εποχής της προσφυγικής κρίσης, της ανθρωπιστικής κρίσης, της κρίσης αξιών. Ο χειμώνας έρχεται και των πολλών τα κτηνώδη ένστικτα βγαίνουν ξανά στον αφρό.

Κοιτάζω προσεκτικά τη φωτογραφία. Πες πως την τυπώνω και διπλωμένη τη βάζω στη μέσα τσέπη του μπουφάν μου. Θέλω να τη θυμάμαι για να παίρνω δύναμη στα χαρακώματα των μαχών που έρχονται. Κρατάω λεπτομέρειες για να την περιγράφω στα παιδιά που θα γεννηθούν όταν η κάθε ελπίδα θα μοιάζει νεκρή, όταν ο κόσμος θα ‘ναι δίχως καμιά γωνία να πιαστεί κάποιος να μην πέφτει, να μην κατρακυλάει στην άβυσσο. Όχι μακριά από σήμερα δηλαδή…

Τυλιγμένος στο μπουφάν, φοράει την κουκούλα, μουσκεμένο το παντελόνι, μάλλον και τα παπούτσια, κουλουριασμένος, κλειστά τα μάτια… Τι βλέπει; Με κλειστά τα μάτια, τι βλέπει; Το σπίτι που άφησε; Τον πόλεμο που τον έδιωξε; Τους δικούς που έχασε; Τη θάλασσα που διέσχισε; Το δρόμο που ακόμη έχει μπρος του; Δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι μέσα από όλο αυτό εγώ θα περιγράψω τη δύναμή του για επιβίωση. Την ευρηματικότητά του για να ξεγελάσει τις απέναντί του πιθανότητες. Το “δεν εγκαταλείπω” στων κρατών το βροντερό “σε εγκαταλείπουμε”. Ετούτος ο άνθρωπος του ψυγείου, θα τους λέω, είναι ο αρχετυπικός άνθρωπος. Στα μέτρα του μια μέρα θα ξαναφτιάξουμε τον κόσμο. Στο μπόι του θα ξανασηκώσουμε τα βλέμματά μας.