Του Σίμου Ανδρονίδη
Η παραίτηση του επικεφαλής της ‘Λαϊκής Ενότητας-Μετώπου Ανατροπής’ Παναγιώτη Λαφαζάνη,[1] καθίσταται άμεσο ‘προϊόν’ της χαμηλής κοινωνικής και εκλογικής επίδοσης του σχηματισμού στις ευρωπαϊκές[2] εκλογές που διεξήχθησαν την περασμένη Κυριακή 26 Μαϊου, όπως επίσης και απότοκο της χαμηλής πολιτικής δυναμικής του συγκεκριμένου πολιτικού κόμματος, καθ’ όλη σχεδόν την διάρκεια της τετραετίας που επι-καθορίζεται από την συγκυβέρνηση του κόμματος του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ με το κόμμα των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’, συνεργασία που διήρκεσε έως τον Ιανουάριο του 2019.
Η συσσωμάτωση της ‘Λαϊκής Ενότητας’ (που ανακαλεί ως αναφορά την Πασοκική έγκληση της ‘Εθνικής Λαϊκής Ενότητας’),[3] συγκροτήθηκε το περιώνυμο θέρος του 2015, όταν ένα τμήμα βουλευτών και στελεχών του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ (ΣΥΡΙΖΑ), παλαιά μέλη της τάσης ‘Αριστερό Ρεύμα’ εντός ‘ΣΥΡΙΖΑ’[4], ανακοίνωσαν την αποχώρηση από το ίδιο κόμμα, συνεπεία των βαθυ-δομικών πολιτικών και ιδεολογικών μεταβολών που επέφερε το ‘Όχι’ στο δημοψήφισμα και η, εντός κρισιακού ιστορικού χρόνου, κυβερνητική στάση του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ ως προς το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος) που ανέδειξε τους όρους της ‘βίαιης μνημονικοποίησης’ του, προχωρώντας στην ίδρυση νέου αριστερού φορέα που έφερε την επωνυμία ‘Λαϊκή Ενότητα’, επιχειρώντας να προβεί στη σύνθεση του αντι-μνημονιακού, αριστερής χροιάς, πολιτικού ριζοσπαστισμού, με την ίδια έγκληση ενός αντι-εξαρτησιακού λόγου που δύναται να συναρθρώσει εθνικά με ‘φορτισμένα’, κοινωνικά χαρακτηριστικά (θέση της χώρας στο διεθνή κεφαλαιοκρατικό καταμερισμό εργασίας), ο οποίος και μετεξελίσσεται προς την κατεύθυνση ανάδυσης μίας ιδιαίτερης, ‘αποικιακού’ τύπου, εξάρτησης που μορφοποιείται, ιδίως την περίοδο της συγκυβέρνησης ‘ΣΥΡΙΖΑ-Ανεξαρτήτων Ελλήνων’, στο σχήμα της επι-γενόμενης «Γερμανο-αμερικανοκρατίας»,[5] όπως ανέφερε κατά την διάρκεια της κεντρικής προεκλογικής συγκέντρωσης του κόμματος στην Αθήνα, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, λογοθετική σχήμα που ‘επι-κοινωνεί’ με το αντίστοιχο πλαίσιο της ‘χρεοκρατίας’.
Παράλληλα, το όλο αριστερό εγχείρημα σημασιοδοτείται ως εγχείρημα που ομνύει στην έννοια του ‘λαϊκού πατριωτισμού’[6] (με ασαφή χαρακτηριστικά), ανα-πλαισιώνει τις διεργασίες ενός κριτικού ‘ευρω-σκεπτικισμού’ που εκκινεί με σημείο αναφοράς την κυβερνητική εμπειρία του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ και συμπυκνώνεται στην ιστορική δυνατότητα εξόδου της χώρας από την ‘Οικονομική και Νομισματική Ένωση’, [7] επιδιώκοντας να αποκτήσεις τις όψεις ενός εμπρόθετου ‘κινηματισμού’, όπως κατέδειξε το υπόδειγμα δράσης που υιοθέτησε η ‘Λαϊκή Ενότητα’[8] στην περίπτωση του κινήματος κατά των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας που διενεργούνταν. Ποιος δύναται και με ποιες σημαίνουσες πολιτικές-ιδεολογικές πλαισιώσεις, να διεκδικήσει την ‘κληρονομιά’ του δημοψηφίσματος του 2015; Πως προσδιορίζεται το «σύστημα πεποιθήσεων»[9] της ‘Λαϊκής Ενότητας’; Αυτά είναι δύο από τα ερωτήματα τα οποία απασχολούν τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος. Το «σύστημα πεποιθήσεων» του κομματικού φορέα ‘κατασκευάζεται’ πάνω στο έδαφος της ‘σύγκρουσης’, ανοίγεται σε μία ταυτότητα ‘άρνησης’, επανεπινοώντας πρωταρχικές αναπαραστάσεις: το ‘φάντασμα της γερμανικής Ευρώπης πλανιέται πάνω από την κεφαλή των ευρωπαϊκών λαών’.[10]
Ενέχοντας το κοινωνικό και πολιτικό ‘τραύμα’[11] του 2015 (και της μη-εισόδου στο Κοινοβούλιο τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους), καθ’ όλη την διάρκεια αυτής της πορείας, το εγχείρημα της ‘Λαϊκής Ενότητας’, επεδίωκε να ισορροπήσει μεταξύ κοινοβουλευτισμού και κινηματισμού, προσιδίαζε σε μορφές μίας ήπιας και μη, συμβολικής ‘υπερ-πολιτικοποίησης’ που εστίαζε στις προϋποθέσεις μίας κοινωνικής ελκτικότητα που δύναται να επιφέρει η επωνυμία ‘Λαϊκή Ενότητα’, δίχως να διερευνώνται οι θεμελιώδεις παράμετροι που προσδίδουν απτή υπόσταση στις κοινωνικές-ταξικές απευθύνσεις του συγκεκριμένου κομματικού και πολιτικού φορέα: παραμένοντας κατά βάση ‘αρχηγο-κεντρική’ ή εκφραστικά ‘Συριζο-κεντρική’[12] υπό την έννοια της κεντρικής παρουσίας στελεχών που διαδραμάτισαν σημαίνον ρόλο στο κόμμα του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’, και όχι μόνο την κυβερνητική περίοδο, τείνοντας σε λογικές μίας ‘ειδολογικής φετιχοποίησης’ της θεωρίας της ‘εξάρτησης’[13] που υποτιμούσε τις κοινωνικές-ταξικές και πολιτικές διεργασίες εντός του ελληνικού Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής, τις πολιτικές και ιδεολογικές μεταβολές που επήλθαν συνεπεία της κυβερνητικής θητείας του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, η ‘Λαϊκή Ενότητα’ δεν κατάφερε να ‘ρηγματώσει’ και να ‘διεισδύσει’ (και όχι απλά να ‘απορροφήσει την δυσαρέσκεια’), με πολιτικά-ιδεολογικά ριζοσπαστικούς όρους σε εκείνες τις κοινωνικές τάξεις και μερίδες τάξεων που αποτέλεσαν το έναυσμα για την κοινωνική και πολιτικό ισχυροποίηση του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ εν καιρώ βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης, όπως διεφάνη και από το αποτέλεσμα των πρόσφατων ευρωπαϊκών εκλογών, εκεί όπου δεν κατέστη εφικτή η ενδιάθετη συνύφανση εγχώριων και ευρωπαϊκών διακυβευμάτων.
Αντιθέτως, την ‘συστηματοποιημένη’ αποστοίχιση κοινωνικών τάξεων, τμημάτων του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων από τον πολιτικό δρώντα ‘ΣΥΡΙΖΑ’, εν μέρει κατάφερε να καρπωθεί και να εντάξει εντός της το νεότευκτο κόμμα-δίκτυο ‘ΜΕΡΑ 25’[14] του Γιάνη Βαρουφάκη, το οποίο, περισσότερο εντατικά, αναφέρονταν στην εμπειρία του 2015 και στο πρώτο μισό περίπου της διακυβέρνησης του ‘ΣΥΡΙΖΑ’.
Με αυτό τον τρόπο, εγγράφοντας στο εσωτερικό του μία στρατηγική αμφισημία (που αμβλύνθηκε την περίοδο των κινητοποιήσεων κατά των πλειστηριασμών), σχετικά με τις ενδεδειγμένες μορφές δια-πάλης και τα επίδικα δράσης που νομιμοποιούνταν, σχεδόν ‘αυτοματοποιημένα’ διαμέσου της αναφοράς στον περιώνυμο ‘λαό’, η ‘Λαϊκή Ενότητα’ κατέστη μία συσσωμάτωση χαμηλής κοινωνικής γείωσης και έντασης (κοινωνική πυκνότητα), που δεν πέτυχε να εντάξει τις κοινωνικές-ταξικές της εγκλήσεις[15] σε ένα ευρύτερα συνεκτικό, ριζοσπαστικά εναλλακτικό, θετικό πολιτικό αφήγημα (δυνατότητα κοινωνικής-πολιτικής εκπροσώπησης), εκεί όπου εξέλιπαν συμμαχικές αναφορές, μη-καθιστώντας ορατή την διαφοροποίηση της από τον προ-κυβερνητικό ‘ΣΥΡΙΖΑ’,[16] ενώ το κόμμα[17] «εννοήθηκε και συγκροτήθηκε σαν μια συμμαχία κορυφής, χωρίς δηλαδή τις «ιδιαίτερου τύπου οργανώσεις στη βάση», όπως διαπιστώνει ο Νίκος Πουλαντζάς.[18]
H ‘Λαϊκή Ενότητα’ δεν κάλυψε κάποιον ‘ζωτικό χώρο’, παρά περιέφερε στην πολιτική σκηνή διαρκείς μεταπτώσεις, μεταπτώσεις και αποκλίσεις μεταξύ ‘εφικτού’ και ‘επιθυμητού’, εφευρίσκοντας το πεδίο της ‘τμηματικής Αριστεράς’, της Αριστεράς που, εντός της οποίας εξέλιπε η ανάλυση των όρων κοινωνικής και πολιτικής ανάδυσης της ‘Χρυσής Αυγής’, η μη-εστίαση στις υπαρκτές κοινωνικές τάσεις του και εθνικιστικού αντισημιτισμού, η αδυναμία προσέγγισης των επισφαλών εργατικών υποκειμένων, στο σημείο όπου πλέον εκφράζονται στοιχεία μίας εσωτερικής, στρατηγικής κρίσης.
Ο σχηματισμός της ‘Λαϊκής Ενότητας’ υποτίμησε την σημασία που δύναται να προσλάβει η πολιτική δια-πάλη,[19] η δια-πάλη με προμετωπίδα την ιδέα περί ‘χειραφέτησης’ σε ένα πεδίο υπέρβασης του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, η ανάλυση των βαθυ-δομικών κοινωνικών μεταβολών που προκάλεσε η μνημονιακή διαχείριση της οικονομικής κρίσης εν Ελλάδι, αφηγούμενη έναν λόγο περί κινητοποίησης, χωρίς ‘πολλαπλασιαστικό συντελεστή’: την ‘αλήθεια’ της αποχώρησης και της στάσης’ της. Το κόμμα περιέφερε το ‘πτώμα’ του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ δίχως όμως να ‘καταφέρει να το σκοτώσει’, εμμένοντας σε έναν βολονταρισμό που δεν μετάλλασσε την επιθυμία σε ‘απτή πραγματικότητα’.
[1] Βλέπε σχετικά, ‘Παραίτηση Λαφαζάνη από ηγεσία ΛΑΕ’, ‘Capital.gr’, 02/06/2019, https://www.capital.gr/politiki/3363547/paraitisi-lafazani-apo-igesia-lae. Στη δήλωση παραίτησης του, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ορίζει, πολιτικά, ως «κύρια ευθύνη» την μη-πραγματοποίηση επάλληλων εγκάρσιων τομών που θα εδύνατο να προσδώσουν στη ‘Λαϊκή Ενότητα’ χαρακτηριστικά ενός ‘μαχόμενου αριστερού ριζοσπαστισμού’: «Ως κύρια και μεγαλύτερη ευθύνη μου θεωρώ, όμως, ότι, παρά τις κατά καιρούς προτάσεις μου, δεν επιχείρησα, με επιμονή, σθένος και διαδικασίες δημιουργικού σοκ ώστε να πραγματοποιηθούν, όλες εκείνες οι ριζοσπαστικές τομές και βαθιές ανατροπές που όφειλαν να γίνουν στην ΛΑ.Ε για να προχωρήσει η αναγκαία κατά την γνώμη μου πολιτική, ιδεολογική, προγραμματική, οργανωτική της ανασυγκρότηση και επαναθεμελίωσή της με σύγχρονους ριζοσπαστικούς όρους».
[2] Ο T. Raunio προβαίνει στην θεωρητική εκτίμηση, που λειτουργεί και ως υπόθεση εργασίας, πως η διαδικασία εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εξελίσσει περαιτέρω τις διαστάσεις ‘καρτελοποίησης’ των κομματικών-πολιτικών συστημάτων, τις εκφάνσεις ‘αυτονόμησης’ της ηγεσίας και της ηγετικής ομάδας από την οργανωμένη, κομματική βάση, κάτι που επι-τελείται ως αποτέλεσμα ανα-διαμόρφωσης της ‘τριγωνικής’ σχέσης ‘κόμμα-κράτος-Ευρωπαϊκοί θεσμοί’, επί τη βάσει των ευρωπαϊκών αναφορών και των αξιώσεων προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Βλέπε σχετικά, Raunio T., ‘Why European integration increases leadership autonomy within political parties’, Party Politics, 8 (4), 2002, σελ. 405-422.
[3] Για μία διεισδυτική ανάλυση της έννοιας της ‘Εθνικής Λαϊκής Ενότητας’, στον πολιτικό και ιδεολογικό λόγο του μεταπολιτευτικού ‘Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος’, για τις κοινωνικές-ταξικές εγκλήσεις που ενέχει, βλέπε σχετικά, Ασημακόπουλος Βασίλης, ‘Πρώτη Φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του’, Εκδόσεις A.P Publications, Αθήνα, 2017.
[4] Για μία συνολική κριτική αποτίμηση του εγχειρήματος του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, των αντιφάσεων-αντινομιών του που ενέσκηψαν ιδιαίτερα την περίοδο του 2015, καθώς και για τον θεωρητικό-επιστημολογικό ‘εντοπισμό’ των ‘ιχνών’ της διαδικασίας μνημονιακού-κρατικού μετασχηματισμού του κόμματος, βλέπε σχετικά, Ασημακόπουλος Βασίλης, ‘Πορεία Αριστερά. Επισημάνσεις και εκτιμήσεις για την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ και άλλες ιστορίες…’, Πρόλογος: Μπελαντής Δημήτρης, Εκδόσεις Γόρδιος, Αθήνα, 2016, από όπου και το απόσπασμα: «Με ευθύνη και πρωτοβουλία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ολοκληρώθηκε με ιδιαίτερη βιαιότητα, η μνημονιακή μεταμόρφωσή του, με πιο παραδοσιακούς όρους, η οργανική αστικοποίησή του, την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου 2015. Η εξέλιξη αυτή δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία. Υπήρχε ουσιαστικά ως ενδεχόμενο ήδη από την προεκλογική περίοδο του Ιουνίου 2012 (Πρόγραμμα Αθηναΐδας), οικοδομήθηκε μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες ενιαιοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2012 – 2013, με αποκορυφώματα Συνέδριο τον Ιούλιο 2013 και εγγράφηκε στο ανύπαρκτο κυβερνητικό πρόγραμμα εν όψει των εκλογών της 25ης-1-2015. Συντρόφισσες και σύντροφοι που διατύπωναν ενστάσεις ή εναλλακτικές απόψεις για μια άλλη πορεία, είτε απομονώνονταν στη θεσμική εσωκομματική αντιπολίτευση, είτε περιθωριοποιούνταν με ενέργειες του γραφειοκρατικού κεντρικού κομματικού μηχανισμού».
[5] Βλέπε σχετικά, ‘Λαφαζάνης: Ο μεταλλαγμένος ΣΥΡΙΖΑ Τσίπρα και η ΝΔ του Μητσοτάκη δεν είναι παρατάξεις των πολλών, αλλά των ολιγαρχών. Στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση της ΛΑΕ’, 24/05/2019, https://toaerodromio.gr/politiki/article/49874/lafazanis-o-metallagmenos-syriza-tsipra-kai-i-nd-toy-mitsotaki-den-einai-parataxeis-ton-pollon-alla-ton-oligarchon/. Ο μεταλλαγμένος ΣΥΡΙΖΑ Τσίπρα και η ΝΔ του Μητσοτάκη δεν είναι παρατάξεις των πολλών, αλλά των ολιγαρχών, της διαπλοκής, της γερμανο-αμερικανοκρατίας και του ξεπουλήματος της Ελλάδας» είπε ο κ. Λαφαζάνης». Στον πολιτικό λόγο του Παναγιώτη Λαφαζάνη εξυφαίνεται η συν-ταύτιση του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ και της πολιτικής συσσωμάτωσης της ‘Νέας Δημοκρατίας’ πάνω στη βάση της ‘μνημονικοποίησης-κρατικοποίησης’ και της ‘εξυπηρέτησης’ των συμφερόντων των ‘λίγων’ που δεν κατονομάζονται αλλά υπονοούνται (άμεσος αντι-ελιτισμός), ‘κατασκευάζεται’ λογοθετικά το σχήμα της ‘ολιγαρχίας’ που ως ‘σύστημα εξουσίας’ και πρακτική εξουσίας ‘νέμεται την χώρα ανενόχλητα’, στο σημείο όπου διαπλέκονται και εναλλάσσονται η οικονομική εξάρτηση με την γεω-πολιτική επικυριαρχία, λαμβάνοντας την μορφή της «Γερμανο-αμερικανοκρατίας» στην οποία είναι ‘υποταγμένη η χώρα’.
[6] Η έννοια του ‘λαϊκού πατριωτισμού’ όπως εκ-φέρεται από την ‘Λαϊκή Ενότητα’, ‘ενσαρκώνεται’ στο πρόσωπο του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος και συνενώνει την ‘λαϊκότητα’ που ερείδεται στο μουσικό-καλλιτεχνικό του έργο, με την Αριστερά που αντλεί από το ιστορικό υπόβαθρο της ‘λαϊκής εξύψωσης’ και της ‘πατριωτικής αντίστασης’ την δεκαετία του 1940, της Αριστεράς που αναφέρεται στον ‘ελληνικό λαό’, που ‘όλοι επιβουλεύονται’, και που μένει ‘διαρκώς στο περιθώριο’, προτάσσοντας την πατρίδα και την ‘αγάπη προς την πατρίδα’ ως μείζον ‘σημείο εκκίνησης’. Εντός των συγκεκριμένων σημάνσεων, η ‘αγάπη προς την πατρίδα’ αποτελεί έναυσμα για να ‘γνωρίσουμε καλύτερα και βαθύτερα τους άλλους’.
[7] Σε αυτό το σημείο ανακύπτει η βαθυ-δομική αδυναμία της ‘Λαϊκής Ενότητας’: ενώ τίθεται ως στρατηγικό διακύβευμα-πρόταγμα η δυνατότητα εξόδου της χώρας από την ‘ΟΝΕ’ (βλέπε και τις αναφορές του ‘Αριστερού Ρεύματος’ του ‘ΣΥΡΙΖΑ’), αυτή η σκευή δεν συμπληρώνεται από θεωρητικές όσο και πολιτικές επεξεργασίες για το τους τρόπους με τους οποίους δύναται να επιτευχθεί αυτή η έξοδος που επινοείται ως κοινωνική και πολιτική ‘ρήξη’ με την ‘Ευρωπαϊκή Ένωση’, δεν εντάσσεται σε ένα στρατηγικό πλαίσιο συγκρότησης μίας ευρείας κοινωνικής συμμαχίας εργατικής φοράς, όπου, αφενός μεν θα προβάλλει στοιχεία ενίσχυσης και εμβάθυνσης του δημοκρατικού ‘πράττειν’, αφετέρου θα διαμεσολαβεί τις ίδιες προκείμενες της δυνατότητας μετάβασης σε μία, σοσιαλιστικού τύπου, κοινωνική οργάνωση. Όταν δεν λάμβανε χαρακτηριστικά ενός μονοσήμαντου ‘οικονομισμού’ που περιελάμβανε το σημαίνον ‘ΟΝΕ’, και ό,τι δύναται να σημάνει αυτό, η πολιτική και δη η ευρωπαϊκή πολιτική της ‘Λαϊκής Ενότητας-Μετώπου Ανατροπής’ λειτουργούσε ως ‘καρικατούρα ευρω-σκεπτικισμού’.
[8] Ζήτημα, όσον αφορά την εσωτερική λειτουργία του κόμματος, ή, αλλιώς, κατά την διαπίστωση του Robert Katz, «την εσωτερική ζωή του κόμματος», συνιστά και το εάν και σε ποιο βαθμό επιτεύχθηκε η, κατά την διαπίστωση της Susan Scarrow, «συμπεριληψιμότητα» (inclusiveness), ήγουν το κατά πόσον οι πολιτικές, ιδεολογικές και προγραμματικές θέσεις που εξέπεμπαν τα αρμόδια όργανα του κόμματος, κατέστησαν ‘προϊόν διαπραγμάτευσης’ με την οργανωμένη βάση του κόμματος, εκπέμποντας ένα πρόσημο διαρκούς ώσμωσης. Για την αναλυτική του R. Katz σχετικά με την «εσωτερική ζωή του κόμματος, βλέπε σχετικά, Katz R., ‘The internal life of parties’, in: Luther K.R. & Muller-Rommel F., (επιμ.), ‘Political parties in the New Europe: Political and Analytical Challenges’, Oxford University Press, Oxford, 2005· Για την, κατά Susan Scarrow, έννοια της «συμπεριληψιμότητας», βλέπε σχετικά, Scarrow Susan, ‘Parties and their members: Organizing for victory in Britain and Germany, Oxford University Press, Oxford & New York, 1996.
[9] Για μία προσεκτικά διατυπωμένη θεώρηση του «συστήματος πεποιθήσεων», βλέπε, Λιαλιούτη Ζηνοβία, ‘Ο αντιαμερικανισμός στον λόγο του ΠΑΣΟΚ (1974-2018): Δημόσια ιστορία, ταυτότητα και ιδεολογία’, στο: : Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση, Ιδεολογικές μετατοπίσεις, Κυβερνητικές πολιτικές’, Πρόλογος: Σπουρδαλάκης Μιχάλης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2018, σελ. 389-423.
[10] Προσλαμβάνει χαρακτηριστικά δεσπόζουσας στον πολιτικό λόγο της ‘Λαϊκής Ενότητας’, η αναφορά στην οικοδόμηση της ‘Γερμανικής Ευρώπης’. Ο ευρωβουλευτής του κόμματος, Νίκος Χουντής, τόνιζε λίγο πριν την διεξαγωγή των ευρωπαϊκών εκλογών: «Δεν υπάρχει ισότιμη συνεργασία μεταξύ κρατών-μελών, όταν η Γερμανία ηγεμονεύει στην Ευρώπη μέσω των πολιτικών και των δομών της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Με την έμφαση να δίδεται σε αυτήν ακριβώς την οικοδόμηση, υποτιμάται η έκφανση του κεφαλαιοκρατικού ανταγωνισμού και της κεφαλαιοκρατικής ανισομετρίας εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης (Λενινιστική οπτική), ενώ ανα-νοηματοδοτείται το φαινόμενο ενός ήπιου ‘αντι-γερμανισμού’ (η Γερμανία, συνώνυμο της οικονομικής και πολιτικής ‘κυριαρχίας’), φαινόμενο που σχετίζεται με αναπαραστάσεις ‘δυναμικής επιβολής και ‘κυριαρχίας’ που υπενθυμίζει την περίοδο της κατοχής. Αυτή την φορά, στις διάστικτες αναπαραστάσεις του κρισιακού ‘αντι-γερμανισμού’, η Γερμανική ‘μηχανή’ επιστρέφει με ‘όπλο’ την οικονομία για να επιβληθεί πανευρωπαϊκά, λειτουργεί ωσάν ‘Δ’ Ράιχ’ (αναγωγιστική ‘συνέχεια’), που ανακαλύπτει εκ νέου την έννοια του ‘ζωτικού χώρου’ για τα ‘συμφέροντα’ της, με την ‘δεύτερη φύση’ των Γερμανών να είναι η ‘επέκταση’ και η ‘συμπίεση’ της ‘μικρής αλλά περήφανης Ελλάδος’. Βλέπε σχετικά, ‘Χουντής: η ΛΑΕ παλεύει για μια νέα πανευρωπαϊκή συνεργασία’, ‘Nooz.gr’, 22/05/2019, https://www.nooz.gr/greece/1540502/choyntis–i-laiki-enotita-paleyei-gia-mia-nea-paneyrwpaiki-synergasia.
[11] Για πολιτικά κόμματα και οργανώσεις που αναφέρονται στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, το δημοψήφισμα του 2015 και η εξέλιξη του, η μετέπειτα κυβερνολογική στάση της συγκυβέρνησης ‘ΣΥΡΙΖΑ-Ανεξαρτήτων Ελλήνων’, νοείται ως ‘φορτισμένη’ τελετουργία ‘ματαίωσης’, ως ‘βίαιη απο-κοπή’ από τα νάματα του λαϊκού ή λαϊκότροπου ‘αντι-μνημονιακού πράττειν’, υπό το ευρύτερο κατοπτρικό πρίσμα της διάψευσης των δυνατοτήτων της «κοινωνικής αναδιάρθρωσης», για να παραπέμψουμε σε έναν όρο του Sidky, με την ανεστραμμένη πορεία προς το ‘μνημονιακό χάρος’ να φέρει την συμβολική και μη επωνυμία’: κυβερνητικός ‘ΣΥΡΙΖΑ’. Για το περιεχόμενο της «κοινωνικής αναδιάρθρωσης», ιδωμένο από ανθρωπολογική σκοπιά, βλέπε σχετικά, Sidky H., ‘A Shaman’s cure: The relationship between altered states of consciousness and Shamanic healing’, Anthropology of Consciousness, Vol.20, (2), σελ. 171-197.
[12] Επρόκειτο για την συγκρότηση μίας ‘κομματικής γραφειοκρατίας’ που αναπαρήγαγε στις διάφορες δημόσιες εμφανίσεις του (Παναγιώτης Λαφαζάνης/ Δημήτρης Στρατούλης), το σημαίνον ‘Λαϊκή Ενότητα’, δίχως εμβαθύνσεις και με διάστικτα συνθηματολογικά στοιχεία.
[13] Για μία συνεκτική θεωρητική-αναλυτική προσέγγιση της ‘σχολής της εξάρτησης’ με κεντρικό σημείο τον ρόλο που διαδραμάτισε στην κοινωνική-πολιτική ριζοσπαστικοποίηση του Ανδρέα Παπανδρέου καθώς και στα σχήματα ανάλυσης του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού που ενσωμάτωσε το ‘ΠΑΣΟΚ’, βλέπε σχετικά, Τάσσης Χρύσανθος, ‘Το θεωρητικό σχήμα του ΠΑΣΟΚ: Θεωρία της εξάρτησης, Ριζοσπαστικός προσανατολισμός με Σοσιαλιστική προοπτική’, στο: Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση, Ιδεολογικές μετατοπίσεις, Κυβερνητικές πολιτικές…ό.π. σελ. 323-366.
[14] Δύναται να αποκαλέσουμε το κόμμα-δίκτυο ‘ΜΕΡΑ 25’ και την ‘Λαϊκή Ενότητα’, (όπως και την ‘Πλεύση Ελευθερίας’), συσσωματώσεις που προήλθαν πολιτικά και ηθικο-πρακτικά, από την ίδια ‘μήτρα’ της τομής του 2015, με τη μεν ‘Λαϊκή Ενότητα’ να προσδιορίζει το όλο κοινωνικοπολιτικό συμβάν με συμφραζόμενα ‘προδοσίας’ (αναγωγιστική ερμηνεία) και ‘παραχάραξης της λαϊκής θέλησης’ (έγκληση στο ‘λαό που επιμένοντας, προδόθηκε’), το δε ‘ΜΕΡΑ 25’ να προσεγγίζει το όλο συμβάν υπό την συνθήκη του συσχετισμού δυνάμεων, ενός αδυσώπητου και ευρωπαϊκού ‘σιδερένιου νόμου’ (Ρόμπερτ Μίχελς), που βίαια διέκοψε ή εμπόδισε την ανάδυση της ‘άνοιξης της Αθήνας’. Για την θεώρηση του ‘σιδερένιου νόμου’ του Μίχελς με άξονα την μελέτη των πολιτικών κομμάτων και πιο συγκεκριμένα του Γερμανικού ‘Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος’ (SPD), βλέπε σχετικά, Μίχελς Ρ. ‘Κοινωνιολογία των πολιτικών κομμάτων στη σύγχρονη δημοκρατία. Έρευνες γύρω από τις ολιγαρχικές τάσεις του δημοσίου βίου’, Εκδόσεις Γνώση, Αθήνα, 1987.
[15] Εγκλήσεις που παρέμειναν διάσπαρτες και περιορισμένες, καθότι κατέστη προτιμητέα κύρια η αναφορά, γενικότερα στο ‘λαό’, αναφορά ταυτολογική, που εστιάζει σε μία συμβολική ομοιομορφία δίχως την ανάδειξη υπαρκτών, κοινωνικών και μη, διαφοροποιήσεων.
[16] Σε αυτό το σημείο της ανάλυσης, επισημαίνουμε ό,τι δεν θεωρούμε πως το εγχείρημα της ‘Λαϊκής Ενότητας’ δομήθηκε ‘απόλυτα’ και ‘αποκλειστικά’ πάνω στην πολιτική βάση του προ-κυβερνητικού ‘ΣΥΡΙΖΑ’, λειτουργώντας με πτυχώσεις ‘συν-ταύτισης’ με ένα ‘οικείο υπόδειγμα’, αλλά το ό,τι δεν ανεδείχθησαν και δεν κοινοποιήθηκαν υπαρκτές διαφορές με το εγχείρημα του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’.
[17] Ο Παναγιώτης Σωτήρης δύναται να προσφέρει μία αριστερή κριτική του συγκεκριμένου κομματικού-πολιτικού εγχειρήματος ‘Λαϊκή Ενότητα’: «Η ΛΑΕ έχει δείξει τα πολιτικά της όρια. Είναι ένα μέτωπο στο οποίο η –οριακά– πλειοψηφούσα τάση του δεν μπορεί να ξεφύγει από τα δικά της πολιτικά όρια και την κληρονομιά των κακών παραδόσεων του ελληνικού ρεφορμισμού στις οποίες επιμένει (οικονομισμός, «αναπτυξιολαγνεία», κοινοβουλευτισμός, φλερτάρισμα ακόμη και με εθνικιστικές απόψεις). Η απροθυμία αριστερής αυτοκριτικής και για την περίοδο του Συνασπισμού και για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι από αυτή την άποψη το χαρακτηριστικότερο σύμπτωμα. Ταυτόχρονα, όμως, δεν μπορεί αυτή η συγκεκριμένη ηγετική ομάδα να έχει τη στοιχειώδη δημοκρατική αντίληψη που αναλογεί σε ένα μέτωπο, δηλαδή σε μια συνύπαρξη διαφορετικών ρευμάτων με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν όλες οι τάσεις να αναγνωρίζονται στην κοινή πολιτική κατεύθυνση». Βλέπε σχετικά, Σωτήρης Παναγιώτης, ‘Η επιστολή παραίτησης του Παναγιώτη Σωτήρη από το Π.Σ της ΛΑΕ’, Εκπαιδευτική-Ενημερωτική Ιστοσελίδα ‘Alfavita’, 18/12/2018, https://www.alfavita.gr/politiki/276486_i-epistoli-paraitisis-toy-panagioti-sotiri-apo-ps-tis-lae.
[18] Αναφέρεται στο: Μπαλαμπανίδης Γιάννης, ‘Πολιτική Εκπροσώπηση και πολιτικές συμμαχίες: Ο Πουλαντζάς στην ελληνική μεταπολιτευτική ιστορία’, στο: Γολέμης Χάρης & Οικονόμου Ηρακλής, (επιμ.), ‘Ο Πουλαντζάς σήμερα’, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς/Εκδόσεις Νήσος, Αθήνα, 2012, σελ. 351.
[19] Όπως δεν απέδωσε ιδιαίτερη έμφαση σε ένα πρόγραμμα βαθυ-δομικών μεταρρυθμίσεων ενίσχυσης ενός ριζοσπαστικού ‘δημοκρατικού φιλελευθερισμού’ με άξονα την δυνατότητα αναζωογόνησης των αντιπροσωπευτικών θεσμών της δημοκρατικής θέσμισης, ιδίως από την στιγμή που και η ίδια βίωσε (βλέπε τις διώξεις που ασκήθηκαν στον Παναγιώτη Λαφαζάνη με την κατηγορία της ‘πολιτειακής διακινδύνευσης’), τους όρους συγκρότησης και αναπαραγωγής ενός κράτους ‘εκτάκτου ανάγκης’ που ‘εδαφοποιείται’ στο εσωτερικό των κρατικών θεσμών. Ευρύτερα, για τις «πολιτειακές επιπτώσεις» των μνημονιακών ρυθμίσεων κάνει λόγο στην ανάλυση του ο Θέμης Τζίμας, προβαίνοντας στην καταληκτική διαπίστωση περί ενός «αργόσυρτου και επώδυνου μετασχηματισμού της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, που θα μπορούσε να θεωρηθεί υπό ορισμένες οπτικές και το τέλος της». Βλέπε σχετικά, Τζήμας Θέμης, ‘Το ΠΑΣΟΚ στην εποχή των Μνημονίων: Συνταγματικές όψεις και πολιτικές απολήξεις’, στο: Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση, Ιδεολογικές μετατοπίσεις, Κυβερνητικές πολιτικές…ό.π. σελ. 496-521. Ο ίδιος ο συγγραφέας, ονομάζει τον συγκεκριμένο, πολιτικό όσο και θεσμικό-καταστατικό μετασχηματισμό της Τρίτης, Μεταπολιτευτικής, Ελληνικής Δημοκρατίας, ως «ιμπεριαλιστική εξάρτηση σε βαθμό νεοαποικιακής δέσμευσης».