Τέχνη & Πολιτισμός

Μέρες ανά(σ)τασης, παράξενες μέρες…

By N.

April 28, 2016

Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές”

Από τον Παρά-Λογο

Στα καταπράσινα βουνά  και τους μπαξέδες των Τρικάλων, ταξιδεύει ο νους μου κάθε Πάσχα .Ίδια και απαράλλαχτη η εικόνα τους, όπως την  πρώτ’ αντίκρυσα μικρός.  Ένας πολύχρωμος κόσμος , ξεπροβάλλει αχνίζοντας τον πρωινό ήλιο  καθώς απομακρύνεται ιεροτελεστικά η παγερή νυχτερινή υγρασία από τα φύλλα των φυτών , φανερώνοντας το «βασίλειο» του βλαστικού Θεού.  Εδεμικοί κήποι με μέλισσες και πολύχρωμες πεταλούδες, χώμα που ευωδιάζει, γεμάτο θέλξη, που σε συμπαρασύρει σε ένα αρχέγονο, άνευ ορίων, παιγνίδι·  μια λαμπηδόνα συνύπαρξης  με την καταγωγή μας, το χώμα· ένα αγλάισμα της παμμήτειρας Γης, μια γιορτή διονυσιακή και απολλώνια ταυτόχρονα [πόσο περήφανος θα ήταν ο Νίτσε για αυτή την διατύπωση (!) ], μια ωδή στη ζωή, ένα θαύμα· ένα «ετήσιο» θαύμα γεμάτο χρώματα, χώματα και αρώματα.

Ακούστηκε τότε, «μια δυνατή φωνή από τον ουρανό να λέει: Τώρα πια η κατοικία του Θεού είναι μαζί με τους ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους, κι αυτοί θα αποτελούν το λαό του. Ο ίδιος ο Θεός θα είναι μαζί τους»*. Ένας Θεός «ανθρώπινος», δίπλα στο δύστυχο, δίπλα στον άνθρωπο, δίπλα σε όλους, ένας «δικός» μας πανανθρώπινος Θεός. Ένας Θεός για τα παιδιά όλου του κόσμου. Ένας Θεός λάβρος, απέναντι στην πείνα, τη φτώχεια, τη δυστυχία και την αδικία. Ένας Θεός για εμάς, από εμάς· ένας «συγκάτοικος» στο ενδιαίτημα της οικουμενικής φιλίας. Αυτός είναι ο Θεός μας.   …«οι δειλοί όμως, οι άπιστοι , οι βλεδυροί, οι φονιάδες, οι πόρνοι, οι μάγοι , οι ειδωλολάτρες κι όσοι αντιστρατεύονται την αλήθεια, θα ‘χουν το μερίδιό τους στη λίμνη που καίγεται με φωτιά και θειάφι»** . .. ή μήπως όχι;

Iησούς ο Ναζωραίος ο βασιλεὺς των Ιουδαίων,  αναγράφει η πινακίδα άνωθεν του Εσταυρωμένου, που με τόση απλότητα – σχεδόν περιφρονητικά – κοιτά το θάνατο κατάματα. Αυτή η νίκη της ζωής έναντι του φόβου,  διαπνέει τις ημέρες Μεγάλης Εβδομάδας. Μια ιερή απλότητα, μια κατάφαση στη ζωή κι ένας χλευασμός του θανάτου, που σηματοδοτεί την αναγέννηση, την ανάσταση  της φύσης, της  ψυχής, του πνεύματος … ένα μεγάλο «ναι», μια νίκη του καθενός απέναντι στο σκοτάδι, μια ευκαιρία για αναστοχασμό και αυτάρκεια, μια ιστορική στιγμή για την ανθρωπότητα· αυτό σηματοδοτεί η Ανάσταση του Θεανθρώπου. Ένα γεγονός, που ξεπερνά τις  ευφρόσυνες υπαρκτικές κραυγές, τους ψαλμούς και τα εγκώμια των ημερών. Ένα διαχρονικό, πανεθνικό μήνυμα: κοιτάτε το θάνατο στα μάτια και σταθείτε όρθιοι.

Ξεκάθαρο σε όλους είναι πια, χωρίς θυσίες δεν χαρίζεται η λευτεριά.  «Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές» γράφει στην πορεία του προς  την εκτέλεση ο Μήτσος Ρεμπούτσικας. Ενώ ο Νίκος Μαριακάκης, θυμίζοντας τα λόγια του Ρήγα Φεραίου,  έγραψε: «Καλύτερα να πεθάνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά παρά να ζει σκλάβος». Τέτοια ψυχή είχαν, όσοι στήθηκαν στον τοίχο του σκοπευτηρίου της Καισαριανής  την 1 Μαΐου του 1944.

Έτσι γίνεται καλύτερος ο κόσμος , με τον αγώνα και το αίμα. Πρώτος απ’ όλους το δίδαξε ο Χριστός! Όχι, ο Χριστός του Ιερατείου, που μετέτρεψε τον Χριστιανισμό σε κρατικοδίαιτη ιδεολογία και τις  γιορτές σε ένα όργιο κατανάλωσης και σπατάλης. Ο Χριστός, ο δικός , ήταν γιος του μαραγκού Ιωσήφ και της νοικοκυράς  Παρθένου – για να αποδώσουμε επακριβώς  τον όρο της ορθόδοξης υμνογραφίας- Μαρίας. Είχε ταπεινή καταγωγή, και κυκλοφορούσε με ταπεινά ρούχα, χωρίς τα χρυσαφένια, κοσμημένα με πολύτιμους λίθους, άμφια των μεγαλόσχημων όμως Εκκλησίας.  Ο Χριστός, «ήταν ένας ξένος που δεν είχε που να γύρει το κεφάλι του». Διακήρυττε πως, ο δρόμος Του είναι δύσκολος και ανηφορικός, και πως, όποιος θέλει να Τον ακολουθήσει «πρέπει να αρνηθεί τα πάντα. Τον πατέρα, τη μητέρα του, τα παιδιά του, τα πάντα. Μόνο αν είναι ικανός να αντέξει το «βάρος» του Σταυρού μπορεί να ‘ναι μαθητής του». Ο δρόμος της ελευθερίας, δεν σηκώνει τον εγωισμό. «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος/ Δεν έχεις καιρό/δεν έχεις  καιρό για τον εαυτό σου/αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος»***.

« Πήρ α το δρόμο για το ‘’βουνό’’ αδελφέ μου, εδώ θα βρω τον εαυτό μου. Οσμή μισοσβημένου ξύλου, μ’ ακολουθεί σε όλη την πορεία μου, σημαίνει θαλπωρή· ψάχνω  για έναν άλλο τόπο, για μιαν άλλη Ελλάδα, για μια άλλη Ευρώπη· για μια άλλη οικουμένη. Μακριά από το κέρδος, αδελφέ μου, το σιχάθηκα. Είναι βουτηγμένο στο αίμα και στα σκατά! Θέλω να ταξιδέψω ‘’μακριά’’. Μακριά απ’ τα παχιά λόγια των λουστραρισμένων ‘’επαναστατών’’.  Εδώ είναι η κόλαση, εδώ και ο παράδεισος, αδελφέ μου. Ποιοι αγαπούν περισσότερο, αυτό το χώμα; Εμείς, που αγαπάμε αυτούς που το πατούν, και που, τούτο εδώ το χώμα είναι ό,τι έχουμε ή οι άλλοι, που σαν τα κοράκια ορμούν, ποτίζοντας τον τόπο με δηλητήριο και πόνο; Αυτοί, ξανασταυρώνουν το Χριστό!  Μη μου μιλάς για κόλαση, αδελφέ μου,  στην Ειδομένη την είδα όλη. Ξέρω, θα πουν πολλά για εμάς, θα μας κατηγορήσουν για όλα, τον κόσμο, όμως, που έχω εγώ στο μυαλό μου δεν θα μου τον πάρουν. Σε λίγες μέρες, έχουμε Πάσχα. Πες στη μάνα μου, να μη με περιμένει. Εδώ, «εκκλησιάζομαι» καθημερινά. Σε φιλώ, Κώστας».

atexnos

* Καινή Διαθήκη, Αποκάλυψις Ιωάννου 20,13- 21,9, σελ. 647

** Καινή Διαθήκη, Αποκάλυψις Ιωάννου 20,13- 21,9, σελ. 647

*** Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος, Ο Άνθρωπος με το ταμπούρλο, ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 2009