Επικαιρότητα

Για τις πολιτικές διεργασίες εντός του ελληνικού Κοινοβουλίου

By Σίμος Ανδρονίδης

March 09, 2019

Σίμος Ανδρονίδης

«Είχε ξαπλώσει μες στη γνώση του, στη λύπη του, στη δόξα του, σαν σε μια αρχαία σαρκοφάγο. Εμείς τον παραστέκαμε και πάλι με την αφοσίωση μας ή το φθόνο μας- αδιάφορο- τον παραστέκαμε» (Γιάννης Ρίτσος, ‘Νέα Επιστροφή/Ασκήσεις’).

Με ένα ενδιαφέρον άρθρο[1] του ο Γιάννης Νικολόπουλος εστιάζει στα πολιτικά συμβάντα που έλαβαν χώρα την τελευταία περίοδο, και ειδικότερα, στα γεγονότα εντός Κοινοβουλίου, προσδιορίζοντας τις κομματικές-πολιτικές μεταβολές που επήλθαν συνεπεία της ψήφισης στο ελληνικό Κοινοβούλιο της περιώνυμης ‘Συμφωνίας των Πρεσπών’ (‘φορτισμένη’ άρση κοινοβουλευτικής λειτουργίας των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων και του κόμματος ‘Το Ποτάμι’), την ρητή εκδήλωση της πρόθεσης υποστήριξης της κυβέρνησης, πολιτικά και ιδεολογικά, έξι βουλευτών, ακόμη και εάν ανήκουν σε κοινοβουλευτική ομάδα άλλου κόμματος, καθώς και τις διεργασίες ‘διάσωσης’ αρχηγών κομμάτων που ήδη έχουν απολέσει την δυνατότητα λειτουργίας τους εντός μίας οργανωμένης κοινοβουλευτικής ομάδας, υπό το πρίσμα, όχι ενός πολιτικού-κοινοβουλευτικού και κατ’ επέκταση θεσμικού ‘ευτελισμού’, αλλά της προσίδιας ανάδειξης τους ως σημαινόντων όσο επάλληλων όρων που, ενταγμένοι εντός αυτού που αποκαλεί ως «μνημονιακό μπλοκ εξουσίας»,[2] δεικνύουν προς την κατεύθυνση έκφρασης των «επιθανάτιων σπασμών του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού»,[3] όπως τιτλοφορείται το συγκεκριμένο άρθρο-ανάλυση.

Δύναται να αναφέρουμε πως με αφορμή τα γεγονότα στο ελληνικό Κοινοβούλιο, διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για την ανάδυση και την αποκρυστάλλωση μίας άτυπης ‘τάξης’ πολιτικών-‘στηριγμάτων’, για να παραφράσουμε τον Νίκο Πουλαντζά, η δράση των οποίων αξιο-θεμελιώνεται στην κυβερνολογική στρατηγική του κόμματος του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ έτσι όπως εκφράζεται από τον Ιούλιο του 2015, ήτοι σε έναν ‘φορτισμένο’ και όχι ευθύγραμμο κομματικό-πολιτικό μετασχηματισμό που αναπαραγάγει στο εσωτερικό του και κυβερνητικά τα χαρακτηριστικά της εγκάρσιας μνημονιακής[4] τομής ‘αριστερού πρόσημου’, εκφράζεται στις σημάνσεις μίας εναρμόνισης με τα ίδια πολιτικά προτάγματα ενός εμπρόθετου αριστερού ‘κυβερνητισμού’ που επιδιώκει την εγκαθίδρυση του στο κέντρο του κομματικού[5]-πολιτικού άξονα, διαμεσολαβώντας ίδιες αντιθέσεις και αντιφάσεις που διαπερνούν και υπερβαίνουν την υπογραφή της ‘Συμφωνίας των Πρεσπών’.[6]

Τα συγκεκριμένα πολιτικά-‘στηρίγματα’[7] δύνανται να μετεξελιχθούν σε μία εμπρόθετη συσσωμάτωση που, παρά τις εκφάνσεις της Κοινοβουλευτικής[8] ‘αυτονομίας’, προσιδιάζει σε μία εμμένεια σφαιρικής ‘συν-αντίληψης’ που δεν προσφέρει λίγο παραπάνω εκλογικό ‘χρόνο ζωής’ στο κόμμα του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, αλλά, αντιθέτως, δύναται να ‘επι-βεβαιώσει’ τις στρατηγικές μετατοπίσεις του κυβερνώντος ‘ΣΥΡΙΖΑ’. Σε αυτή την περίπτωση, και εντός του συγκεκριμένου πλαισίου, επι-τελείται η διαδικασία συγκρότησης ενός πολυ-συλλεκτικού ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’, πολιτικά όσο και κοινωνικά, με την ιδιαίτερη κοινοβουλευτική του διεύρυνση που προσδίδει εξαντικειμενοποιημένη υπόσταση σε μία ανισομερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, να τείνει στην ‘συν-διαλλαγή’ της με την δυνατότητα μεταβολής των κοινωνικών συμμαχιών που οδήγησαν το κόμμα στην εκλογική-πολιτική του ισχυροποίηση, όπως εκφράστηκε κύρια στις Ευρωεκλογές του 2014 και στη διπλή εκλογική αναμέτρηση του 2015.

Ο κοινωνικά πολυ-συλλεκτικός ‘ΣΥΡΙΖΑ’[9] αναδύεται από τις κοινωνικές δια-ρρήξεις που επέφερε η, και από τον ίδιο, συστηματοποιημένη μνημονιακή διαχείριση των ‘ροών’ της οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης εν Ελλάδι, η οργάνωση και η ευρύτερη του[10] λειτουργία με διαστάσεις μίας άμεσης ‘γραφειοκρατικοποίησης’, η ώσμωση του με τμήματα της ευρωπαϊκής[11] ‘τεχνοκρατίας’, η ίδια η ‘διαπραγμάτευση’ των ορίων του πολιτικού και ιδεολογικού του ριζοσπαστισμού.

Mε τις κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές αντιθέσεις να ‘διαπερνούν’ εγκάρσια τον χώρο του Κοινοβουλίου, κάνουμε λόγο για την αναπαραγωγή και την ύπαρξη μίας καθαυτό ‘βουλευτικο-κεντρικής’ προσέγγισης που ερείδεται στο και στα πεδία της ‘επαγγελματοποίησης’ του πολιτικού, που δεν αξιώνει παρά να ‘ακουστεί’ φαντασμαγορικά,[12] που ‘ενσαρκώνεται’ στο υπόδειγμα της μεταβολής ισχύος μεταξύ θεσμικών αντίβαρων, στην πρόσληψη του Κοινοβουλίου[13] με όρους μίας αισθητικοποιημένης και ‘ευέλικτης’ προσαρμογής στα διακυβεύματα της εκάστοτε κοινωνικοπολιτικής συγκυρίας, αναδεικνύοντας ευρύτερα, αυτό που ο Θέμης Τζήμας, με πεδίο αναφοράς τους κοινωνιο-οντολογικούς μετασχηματισμούς, αποκαλεί «δημοκρατία” των διαταγμάτων».[14]

Όπως τονίζει επιγραμματικά ο Γιάννης Νικολόπουλος, νοηματοδοτώντας εκείνα τα στοιχεία μίας τυπικής όσο και ουσιαστικής έως ουσιαστικοποιημένης συσχέτισης της πολιτικής των μετατοπίσεων με την αναπαραγωγή του «μνημονιακού μπλοκ εξουσίας» ως ιδιαίτερου εξουσιαστικού πλέγματος: ‘΄΄’»Κανείς από το σύνολο του μνημονιακού[15] μπλοκ εξουσίας δεν θέλει να χάσει ή να εγκαταλείψει το μερίδιο εξουσίας, πολιτικής, κομματικής, κοινοβουλευτικής, που τού αναλογεί προς το παρόν, κάτω από το κράτος της υφιστάμενης «νομιμότητας».[16] Η Κοινοβουλευτική υποβάθμιση καθίσταται σχεσιακή.

Περισσότερο παραστατικά θέτει το όλο ζήτημα ο Ευάγγελος Βενιζέλος, εστιάζοντας θεωρητικά στα συναφή ζητήματα της κρίσης αντιπροσώπευσης και της κρίσης Δημοκρατίας, ή, για την κρίση εκπροσώπησης και συνάρθρωσης κοινωνικών συμφερόντων που έχει μετεξελιχθεί σε κρίση Δημοκρατίας στη χώρα: «Η «στιγμιαία Δημοκρατία» των δελτίων ειδήσεων και των εκπομπών λόγου, τώρα πια και του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, διεκδικεί αντιπροσωπευτική ικανότητα πολύ σημαντικότερη από αυτήν που έχουν οι τυποποιημένοι συνταγματικοί θεσμοί».[17]

Ιδίως το Διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αναπαραγωγής ιδεών και πολιτικού λόγου, κωδικοποιημένου και μη, δύνανται να υπερβούν, εν πολλοίς, την κοινοβουλευτική λειτουργία ‘ενός εκάστου’.

[1] Βλέπε σχετικά, Νικολόπουλος Γιάννης, ‘Οι προθανάτιοι σπασμοί του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού’, Ιστοσελίδα ‘Rproject’, 06/02/2019, https://rproject.gr/article/oi-prothanatioi-spasmoi-toy-elladikoy-koinovoyleytismoy.

[2] Βλέπε σχετικά, Νικολόπουλος Γιάννης, ‘Οι προθανάτιοι σπασμοί του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού…ό.π. Ο όρος «μνημονιακό μπλοκ εξουσίας», πολιτικά, θεωρητικά και εννοιολογικά, περιλαμβάνει τους κομματικούς-πολιτικούς και κρατικούς όρους διαχείρισης και ρύθμισης της βαθιάς κρίσης του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού με άξονα τον ‘μνημονιασμό’ που συμβάλλει εκτατικά στην άρση της Μεταπολιτευτικής κοινωνικής θέσμισης, υποκείμενα που προβάλλουν την δυνατότητα της ‘ειδικής γνώσης’, εκεί όπου, εγκαθίσταται και η κομματική μορφή που φέρει το όνομα ‘Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’.

[3] Βλέπε σχετικά, Νικολόπουλος Γιάννης, ‘Οι προθανάτιοι σπασμοί του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού…ό.π. Ο συγγραφέας κάνει λόγο για την επικίνδυνη αλλοίωση που επιφέρουν στο Κοινοβουλευτικό-Δημοκρατικό ‘πράττειν’ οι παλινωδίες, οι κομματικές μετατοπίσεις και οι πρακτικές τύπου ‘γκαζόζας’, επισημαίνοντας ή, διαφορετικά τιθέμενο, δεικνύοντας τις παραμέτρους συγκρότησης της βάσης για την μετάβαση της χώρας και του εν Ελλάδι συνταγματικού Κοινοβουλευτισμού σε ένα ‘καθεστώς’ «θεσμικής διολίσθησης», ήτοι σε έναν  υβριδικό Πολιτειακό ‘αστερισμό’ που συναρθρώνει τα πλέγματα Δημοκρατίας και Δικτατορίας, «σκιάζοντας» πλέον και την ίδια την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τονίζει εμφατικά. Μαζί με ένα εντελώς ένστολο και στρατιωτικοποιημένο υπουργείο Άμυνας, ο πολιτικός ορίζοντας αποκτά μελανά χρώματα και οι σπασμοί της κυβερνητικής κρίσης που έγιναν κοινοβουλευτικές αναταράξεις και μπουρμπουλήθρες γκαζόζας, δεν αφήνουν δημοκρατικά και ταξικά περιθώρια αμφιβολιών – η Ελλάδα μπαίνει σε προκαταρκτική φάση θεσμικής διολίσθησης σε αυτό το υβρίδιο «δημοκρατίας» και δικτατορίας, που σκιάζει τη Λατινική Αμερική και αρχίζει να κατατρέχει και τον πυρήνα της ΕΕ.

[4] Ο Θέμης Τζήμας προβαίνει στη σύζευξη της θεμελίωσης του «μνημονιακού πλαισίου» που εξειδικεύεται και προσλαμβάνει την τυπολογία μίας νόρμας που λειτουργεί πριν καν εκκινήσει, πάνω στις ‘ποιοτικές’ μεταβολές που επήλθαν στο ελληνικό Πολιτειακό-Συνταγματικό πλαίσιο, στην έκταση της συνεργασίας των κατά Λουί Αλτουσέρ, κρατικών μηχανισμών, προσθέτοντας: «Χωρίς την άρση της σχετικής αυτονομίας του κράτους, χωρίς τη συνεργασία των κρατικών μηχανισμών δεν μπορούμε να αντιληφθούμε τον τρόπο και το βάθος της επιβολής του εφαρμοσμένου νεοφιλελευθερισμού δια των μνημονίων. Χωρίς την εσωτερίκευση της και την υπαγωγή της κρατικής στην υπερεθνική κυριαρχία, χωρίς την εγκατάσταση παρασυντάγματος δεν θα  μπορούσε να μονιμοποιηθεί το μνημονιακό πλαίσιο». Βλέπε σχετικά, Τζήμας Θέμης, ‘Το ΠΑΣΟΚ στην εποχή των Μνημονίων: Συνταγματικές όψεις και πολιτικές απολήξεις’, στο: Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική Οργάνωση, Ιδεολογικές Μετατοπίσεις, Κυβερνητικές Πολιτικές’, Πρόλογος: Σπουρδαλάκης Μιχάλης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2018, σελ. 516.

[5] «Οι μορφές του Κράτους καθορίζουν τα όρια της λειτουργίας των κομμάτων πάνω στην πολιτική σκηνή: αυτές διαγράφουν το γενικό πλαίσιο του ρόλου των κομμάτων απέναντι στο συνασπισμό της εξουσίας και στην ταξική πολιτική του οργάνωση», γράφει ο Νίκος Πουλαντζάς. Εν προκειμένω, η μορφή του αστικού, εν Ελλάδι κράτους, κράτους σχεσιακά κρισιακού, επι-καθορίζει τον ρόλο των κομμάτων και δη τον ίδιο ρόλο του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ «απέναντι στο συνασπισμό εξουσίας», εγγράφοντας στο εσωτερικό του την κατανομή κοινωνικής και πολιτικής ισχύος όπως επίσης και την ισορροπία κοινωνικών δυνάμεων. Βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις’, Τόμος Β’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 194.

[6] Βλέπε σχετικά, Νικολόπουλος Γιάννης, ‘Οι προθανάτιοι σπασμοί του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού…ό.π. Η στάση τμήματος της ελληνικής Αριστεράς όσον αφορά την  υπογραφή και την ψήφιση της  ‘Συμφωνίας των Πρεσπών’, αναλύεται κριτικά από τον Γιάννη Νικολόπουλο.

[7] Η ομάδα των έξι βουλευτών εναλλάσσεται μεταξύ έκφρασης πολιτικής θέσης και κράτους, λειτουργώντας όχι ποσοτικά, στον, μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης χώρο, αλλά ως συμπύκνωση μίας αντίφασης που καθίσταται ‘όσο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται’: ‘στηρίζω’.

[8] Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, πολιτικά και επιστημολογικά, η θέση που εκφράζει ο και συνταγματολόγος Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος στη δική του αναλυτική, εμβαθύνει στις διαστάσεις που, κατά τον ίδιο, συνθέτουν την συνθήκη ενός «Ασπόνδυλου Κοινοβουλευτισμού», θεώρηση που εκκινεί από την στάση των έξι βουλευτών, των κινούμενων μεταξύ της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αντιπολιτεύσεως τυπικά-τυπολογικά, δρώντας ως ιδιότυπα πολιτικά-‘στηρίγματα’, όπως υποστηρίξαμε και πιο πάνω, φορείς ενός ‘διαβουλευτικού’ κυβερνητισμού, αριστερής χροιάς, που διαρκώς ‘διαπραγματεύεται’ τα όρια της πολιτικής του κυριαρχίας, και εντός του Κοινοβουλίου. «Ο κ. Τσίπρας διαμορφώνει ένα  νέο  σύστημα διακυβέρνησης, τον ασπόνδυλο κοινοβουλευτισμό. Ένα κοινοβουλευτικό σύστημα χωρίς κανένα θεσμικό,  πολιτικό και ηθικό φραγμό. Καταλύονται οι θεμελιώδεις θεσμοί και κυρίως οι βασικές έννοιες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Εμφανίζονται βουλευτές που δηλώνουν ότι  εξακολουθούν να  ανήκουν σε μια κοινοβουλευτική ομάδα της αντιπολίτευσης,   αλλά επιθυμούν να προσμετράται η ψήφος τους στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία μόνο έτσι συγκροτείται ως τέτοια. Εμφανίζονται άλλοι βουλευτές-υπουργοί που δηλώνουν κοινοβουλευτικά ανεξάρτητοι, αλλά ταυτοχρόνως και  συνεργαζόμενοι με την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ στην οποία και θέλουν να προσμετράται η ψήφος τους σε όλες τις νομοθετικές διαδικασίες».  Η Βενιζελική έννοια του «Ασπόνδυλου Κοινοβουλευτισμού»,  ‘εδαφοποιείται’, από τη μία πλευρά στην απουσία πολιτικών όσο και ηθικών ερεισμάτων από πλευράς των συγκεκριμένων πολιτικών υποκειμένων, ενέχοντας την  ηθικολογική διάσταση της πολιτικής και του πολιτικού ‘παιγνίου’ ως ερμηνευτική δεσπόζουσα, και, από την άλλη πλευρά, σημασιοδοτεί τις πλαισιώσεις που δεν ‘εγγίζουν’ απλά, αλλά πλαισιώνουν ‘φορτισμένα’ το κυβερνητικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, με άξονα την κυνικότητα άσκησης της εξουσίας. Δεν δυνάμεθα να παραγνωρίσουμε βέβαια, την πολιτική και ιδεολογική ‘συνειδητότητα’ με την οποία προσέρχονται οι συγκεκριμένοι πολιτικοί και βουλευτές στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ,  εστιάζοντας, όχι σε ένα  ‘εορτολογικό’ αμάλγαμα αριστερών αξιώσεων, ή αλλιώς, στην εμβάπτιση τους στα νάματα της, κατά ΣΥΡΙΖΑ, αριστερής ‘ορθοφροσύνης’, αλλά στα σχήματα ενός πολιτικού αταβισμού που συνιστά την ‘μοναδική στρατηγική’, στα σχήματα ενός επι-γενόμενου μανιχαϊσμού που διακρίνει μεταξύ του ‘αρετολογικού ΣΥΡΙΖΑ’ και του ‘δαιμονολογικού’ παλαιού πολιτικού συστήματος (Ν.Δ/ΠΑΣΟΚ), που είναι, ανεστραμμένο, το ίδιο και το ‘άλλο’ πρόσωπο της Μεταπολίτευσης και της Μεταπολιτευτικής αίσθησης περί πολιτικής. Εάν ο ‘ΣΥΡΙΖΑ’ ενυπάρχει είναι διότι ενυπάρχουν οι ‘άλλοι’, διαρκώς, ωσάν φάσμα που κατατρέχει. Για την ενδιαφέρουσα προσέγγιση του Ευάγγελου Βενιζέλου, βλέπε σχετικά, ‘Βενιζέλος: ο κ. Τσίπρας διαμορφώνει τον ασπόνδυλο κοινοβουλευτισμό’, Εφημερίδα ‘Το Βήμα’, Διαδικτυακή Έκδοση, 05/02/2019, https://www.tovima.gr/2019/02/05/politics/venizelos-o-k-tsipras-diamorfonei-ton-aspondylo-koinovouleytismo/.

 

[9] Για ένα αναλυτικό-πολιτικό εγχείρημα ανάδειξης και κριτικής της ιστορικής πορείας και μετεξέλιξης του κόμματος του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, για μία ανάδυση των ίδιων και εντατικών αντιφάσεων και αντινομιών που καθόρισαν σημαντική την μορφή και την παρουσία του κόμματος στην κυβέρνηση, για τις βάσεις που, ήδη από την περίοδο όπου το κόμμα ευρίσκονταν στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οδήγησαν σύνθετα στη μετεξέλιξη του σε κόμμα που ασκεί μνημονιακές πολιτικές μεσο-μακροπρόθεσμης οπτικής με  εντονότερη, σε κάποιους τομείς,  ‘βιαιότητα’ από ό,τι το ΠΑΣΟΚ και η ‘Νέα Δημοκρατία’ (Ν.Δ), διάβαζε, Ασημακόπουλος Βασίλης, ‘Πορεία Αριστερά. Επισημάνσεις και εκτιμήσεις για την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ και άλλες ιστορίες’, Πρόλογος: Μπελαντής Δημήτρης, Εκδόσεις Γόρδιος, Αθήνα, 2016.

[10] Εντός του κόμματος και της κυβέρνησης, το φαινόμενο του ‘Πολακισμού’ αποτελεί τροπικότητα άσκησης εξουσίας και θεμελιώδης όρος ‘κατασκευής’ ενός νεο-αριστερού, ιδιαίτερου ‘ελιτισμού’ που, μαρτυρώντας την γνωσιακή, ηθική και πολιτική ‘υπεροχή’ και τις διαστάσεις της ‘ορθής καθοδήγησης’ που προσφέρει στο ‘δικό μας λαό’ (ως ‘κάτοχος’ των ‘μυστικών’ της ‘παλαιάς’ εξουσίας και της αριστερής ‘γνώσης’),  εναντίον της ‘βάρβαρης διαπλοκής’, ενέχει παράλληλα ψηφίδες λαϊκότητας που συντίθενται από την θεωρούμενη ‘συν-ταύτιση’ του με το κοινό, περί ‘δικαίου’, αίσθημα.

[11] Στο συνταγματικό και πολιτικό φαινόμενο μίας «υπερδιέγερσης» στην Ευρωπαϊκή Ένωση εν καιρώ κεφαλαιοκρατικής κρίσης, αναφέρεται (ορθώς, κατά τη γνώμη μας), ο Ευάγγελος Βενιζέλος, φαινόμενο το οποίο δύναται να παραγάγει «υβριδικές μορφές κανόνων δικαίου», σχήματα που λειτουργούν υπό συνθήκες ‘εξαίρεσης’, συστηματοποιώντας τις επάλληλες πολιτικές λιτότητας σε δια-κυβερνητική στρατηγική: «Υπάρχει ένα φαινόμενο υπερδιέγερσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που παράγει υβριδικές μορφές κανόνων δικαίου με πολλαπλές και επικαλυπτόμενες νομικές βάσεις, διακυβερνητικές και κοινοτικές. Μορφώματα νομικά τα οποία ακόμη δεν έχουν κριθεί ούτε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε από κάποιο άλλο δικαιοδοτικό όργανο». Βλέπε σχετικά, Βενιζέλος Ευάγγελος, ‘Εθνικό Σύνταγμα και εθνική κυριαρχία υπό συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης-Το πρόβλημα ήταν και παραμένει πολιτικό και όχι συνταγματικό’, Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου, 1, 2011, σελ. 4.

[12] Τα συμβάντα εντός Κοινοβουλίου, η ‘πράξη της γκαζόζας’, φέρουν στο επίκεντρο την μοντέρνα οπτική του βουλευτή και ως καρικατούρα του εαυτού του, οπτικοποιώντας την γνωστή ρήση του Μάρσαλ Μακ Λούαν  «το μέσο είναι το μήνυμα», με την γκαζόζα ως σημαινόμενο να συνιστά το μέσο: ‘είμαι εδώ, αλλά ανήκω αλλού’. Και στην περίπτωση του βουλευτή Θεσσαλονίκης Αριστείδη Φωκά, η πρόσληψη των πραγμάτων κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθίσταται ευδιάκριτη.

[13] Η υποβάθμιση του Κοινοβουλίου δεν είναι παρά ‘αξιωματική’.

[14] Βλέπε σχετικά, Τζήμας Θέμης, ‘Το ΠΑΣΟΚ στην εποχή των Μνημονίων: Συνταγματικές όψεις και πολιτικές απολήξεις’, στο: Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική Οργάνωση, Ιδεολογικές Μετατοπίσεις, Κυβερνητικές Πολιτικές…ό.π., σελ. 516. Το αναλυτικό σχήμα που υιοθετεί ο συγγραφέας είναι αυτό του «εφαρμοσμένου νεοφιλελευθερισμού» μνημονιακής φοράς και συγκεκριμένης κοινωνικής-ταξικής αναδιανομής, με την εδραίωση του ωσάν κρισιακό ‘καθεστώς’ να στηρίζεται σε οριακές και μη πολιτικές και συνταγματικές εκτροπές για τις οποίες ο συγγραφέας εφεύρει τον όρο «Μεταμοντέρνο» παρασύνταγμα». Εισερχόμαστε στον επιστημολογικό ‘πειρασμό’ να αναφέρουμε ό,τι η ως άνω θεώρηση περί μνημονίου και μνημονιακού προτσές συγγενεύει με μία αντίληψη που εμβαθύνει στο ότι η μνημονιακή πολιτική δεν επιβάλλεται διαμέσου της ανοιχτής βίας, βίας στρατιωτικής, βίας εφαρμοσμένης και βίας των ‘όπλων΄, αλλά μέσω μίας ‘ορθολογικής εξειδίκευσης’ που δεν παύει να αναζητεί διαρκώς τον και τους συμβολισμούς της, κινούμενη μεταξύ θεσμικής-πολιτικής αλλοίωσης και δράσης υπό το πλαίσιο μίας άτυπης επιβολής ‘κατάστασης εκτάκτου ανάγκης’.

[15] Ο Σεραφείμ Πολίτης, σε μία βιβλιοκριτική του για το πόνημα των Κωστή Βαϊτσου και Βλάσση Μισσού για τους όρους εκδίπλωσης της κρίσης του ελληνικού Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής, αναφέρεται στην διαδικασία εκκαθάρισης κεφαλαίων (πτυχή που θέτει στην ανάλυση του περί κρίσης και ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος), και πιο συγκεκριμένα στην εκκαθάριση ‘μικρών’ κεφαλαίων (παραδοσιακή μικροαστική τάξη και μη), που ‘εγγίζει’ ένα ιδιαίτερο μεγάλο νούμερο: «το 30% του συνολικού αριθμού των  μικρών βιομηχανικών μονάδων οδηγήθηκε στην έξοδο». Η αναλυτική μέθοδος των δύο συγγραφέων δίδει έμφαση στο ‘καθεστώς’ της αποβιομηχάνισης της ελληνικής οικονομίας που εντάθηκε  στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και διευρύνθηκε περαιτέρω στα χρόνια της κρίσης, με την όλη ‘σύλληψη’ να προσδιορίζει έναν  κρίσιμο και κρισιακό μετασχηματισμό: η κρίση της ελληνικής Κεφαλαιοκρατικής οικονομίας μετασχηματίζεται σε κρίση στρατηγικού προσανατολισμού της, προσλαμβάνοντας χαρακτηριστικά διάρκειας και μετά την περιώνυμη ‘έξοδο’ από το μνημονιακό ‘καθεστώς’ τον περασμένο Ιούνιο. Όπως το θέτει επιγραμματικά ο Σεραφείμ Πολίτης: «Σήμερα οι αιτίες (σ.σ: της κρίσης) παραμένουν ενεργές παγιώνοντας συνθήκες φτωχοποίησης ενός κράτους-μέλους της ΟΝΕ». Βλέπε σχετικά, Πολίτης Σεραφείμ,  ‘ «Έξοδος» χωρίς κανονικότητα. Τα αίτια για την κρίση χρέους και γιατί η ελληνική οικονομία νοσεί ακόμη’, Εφημερίδα ‘Τα Νέα’, Ένθετο ‘Weekend-Πρόσωπα’, 16-17/02/2019, σελ. 5.

[16] Βλέπε σχετικά, Νικολόπουλος Γιάννης, ‘Οι προθανάτιοι σπασμοί του ελλαδικού κοινοβουλευτισμού…ό.π.

[17] Αναφέρεται στο: Σιακαντάρης Γιώργος, ‘Ευάγγελος Βενιζέλος: Η δημοκρατία μετά την κρίση’, Εφημερίδα ‘Τα Νέα…ό.π., σελ. 6. Στην πρόταση περί Δημοκρατίας και Δημοκρατικού ‘πράττειν’ που κομίζει ο Ευάγγελος Βενιζέλος, πρόταση που είναι θεώρηση ανάδυσης των ‘τηλεοπτικοποιημένων’ και ‘τεχνολογικοποιημένων’ συν-δηλώσεων λειτουργίας της συγχρονικής Δημοκρατίας, υπό το πρίσμα μίας οπτικής ‘πανδαισίας’,  εντοπίζονται συγγένειες με την αντίληψη περί της ‘Μετα-Δημοκρατίας’ που εκφράζει ο Βρετανός Colin Crouch.