Του Κώστα Ράπτη
Απορροφημένη από τις μεσανατολικές της περιπέτειες κατά την πρώτη δεκαετία του αιώνα η Ουάσιγκτον είδε την “πίσω αυλή” της στη Λατινική Αμερική να ξεφεύγει από τον έλεγχό της. Η κινεζική διείσδυση (που ανέδειξε λ.χ. τον ασιατικό γίγαντα σε πρώτο εμπορικό εταίρο της Βραζιλίας) υπήρξε ένας δείκτης αυτής της βορειοαμερικανικής υποχώρησης. Ένας άλλος ήταν η ανάδειξη σε αρκετές χώρες της ηπείρου αριστερών και κεντροαριστερών κυβερνήσεων ανταγωνιστικών προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ (βλ. ενδεικτικά το κλείσιμο των βάσεων και την παροχή ασύλου στον Τζούλιαν Ασάνζ του Wikileaks από την προηγούμενη κυβέρνηση του Εκουαδόρ).
Ωστόσο ήρθε η ώρα να επαναβεβαιωθεί η ισχύς του “δόγματος Μονρόε”. Η σχετική απεμπλοκή της υπερδύναμης από τα μεσανατολικά πράγματα δείχνει να συνοδεύεται από μία ανανέωση του ενδιαφέροντός της για τη Λατινική Αμερική, με την υιοθέτηση μιας περισσότερο “ακτιβιστικής” στάσης.
Αναλαμβάνοντας την αμερικανική προεδρία ο Ντόναλντ Τραμπ διακήρυξε ότι η πολιτική της “αλλαγής καθεστώτων” είχε ξεπεραστεί. Όμως και σε αυτό τον τομέα έμελλε να αυτοαναιρεθεί – χωρίς αυτή τη φορά να καταγγελθεί από τους φιλελεύθερους εσωτερικούς του αντιπάλους. Άλλωστε, το πηδάλιο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας κρατά ο Τζον Μπόλτον, εκ των πρωταγωνιστών και της προηγούμενης δεκαετίας.
Ήταν ο Μπόλτον ακριβώς ο οποίος πρόσφατα κατονόμασε την Βενεζουέλα, την Κούβα και τη Νικαράγουα ως την “τρόικα της τυραννίας” – και ήταν ο ίδιος ο Τραμπ ο οποίος “προέβλεψε” ότι ο βενεζολάνος πρόεδρος Νικολάς Μαδούρο μπορεί να ανατραπεί από τον ίδιο του τον στρατό.
Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να αναγνωρίσει ως προσωρινό πρόεδρο της Βενεζουέλας τον πρόεδρο της ελεγχόμενης από την αντιπολίτευση Εθνοσυνέλευσης Χουάν Γουαιδό (προτού καν ο ίδιος αυτοαναγορευθεί ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων οπαδών του) συνιστά βήμα χωρίς επιστροφή και αναδεικνύει την διεθνοποίηση της βενεζολανικής κρίσης.
Οι νέοι φίλοι
Η Ουάσιγκτον έχει λόγους να βιάζεται: διότι ο Μαδούρο αναζητεί ολοένα και περισσότερο στήριγμα σε διεθνείς ανταγωνιστές των ΗΠΑ, με ορατό το ενδεχόμενο να μετατρέψει τη χώρα του σε “βατήρα” τους στο Δυτικό Ημισφαίριο.
Ήδη τον Δεκέμβριο η επίσκεψη του Μαδούρο στη Μόσχα σημαδεύτηκε, όπως σημείωνε το capital.gr, από τη σύναψη συμφωνιών για ρωσικές επενδύσεις ύψους 5 δισ. δολαρίων στον πετρελαϊκό τομέα και 1 δισ. στην εξόρυξη χρυσού, αλλά και από πολιτικές δηλώσεις υποστήριξης, με τον Ρώσο πρόεδρο να καταδικάζει, υπαινισσόμενος τη στάση των ΗΠΑ, “κάθε ενέργεια σχετιζόμενη με τρομοκρατία και κάθε απόπειρα αλλαγής δια της βίας της κατάστασης” στη Βενεζουέλα.
Tα πράγματα πήραν θεαματική τροπή λίγες μέρες μετά, όταν (εν είδει απάντησης προς την απόσυρση των ΗΠΑ από την συμφωνία INF του 1987 περί πυρηνικών όπλων μέσου βεληνεκούς) δύο ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη Tupolev-160 “Blackjack”, συνοδευόμενα από ένα μεταγωγικό ΑΝ-124 και ένα επιβατηγό Ilyushin-62 στο οποίο μετέβαιναν 100 Ρώσοι στρατιωτικοί, μετέβησαν στη Βενεζουέλα, όπου και συμμετείχαν σε 10ωρη άσκηση ανεφοδιασμού εν πτήσει πάνω από την Καραϊβική – την πρώτη του είδους από το 2013. Ο επικεφαλής του State Department, Μάικ Πομπέο έσπευσε να καταγγείλει μέσω Twitter τη Μόσχα και το Καράκας ως “δύο διεφθαρμένες κυβερνήσεις, οι οποίες κατασπαταλούν δημόσια κονδύλια και καταπνίγουν την ελευθερία, ενώ οι λαοί τους υποφέρουν”.
Σημειώνεται ότι από το 2006 έως σήμερα η ρωσική κυβέρνηση και η Rosneft έχουν δανείσει στην καταρρέουσα οικονομικά Βενεζουέλα 17 δισ. δολάρια. Η στήριξη της Μόσχας στη χώρα με τα μεγαλύτερα αναξιοποίητα κοιτάσματα πετρελαίου στον κόσμο προφανώς έχει τη σημασία της και για τους συσχετισμούς στον OPEC plus και την διαμόρφωση των τιμών του μαύρου χρυσού.
Το Πεκίνο, είναι επίσης βασικός σύμμαχος και δανειστής της Βενεζουέλας, στην οποία έχει χορηγήσει δάνεια ύψους περίπου 62 δισ. δολαρίων την τελευταία δεκαετία, κυρίως με αντάλλαγμα πετρέλαιο. Σε τριήμερη επίσημη επίσκεψή του στην Κίνα τον Σεπτέμβριο ο Μαδούρο ανακοίνωσε την αύξηση των πετρελαϊκών εξαγωγών προς τον ασιατικό γίγαντα από τα 700.00 στα ένα εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως.
Αλλά και ο έτερος θιασώτης της πολυκεντρικής διεθνούς τάξης πραγμάτων, Ταγίπ Ερντογάν έχει δημιουργήσει με τον Μαδούρο μιαν όλως παράδοξη εκ πρώτης όψεως σχέση συνεργασίας. Ο Βενεζολάνος ηγέτης έχει επισκεφθεί τέσσερις φορές την Τουρκία (συμπεριλαμβανομένης και της τελετής ορκωμοσίας του Ερντογάν ως εκτελεστικού προέδρου), ενώ ο Τούρκος ομόλογός του έχει ανταποδώσει μία φορά, οπότε συνυπέγραψε συμφωνίες συνεργασίας στον πετρελαϊκό, εξορυκτικό και αμυντικό τομέα, τιμήθηκε με το χρυσό παράσημο του Σίμον Μπολίβαρ και διακήρυξε, εις επήκοον της Ουάσιγκτον, ότι δεν θα ζητήσει την άδεια κανενός τρίτου σχετικά με τις συνεργασίες που συνάπτει, αλλά μόνο του τουρκικού λαού.
Φοβούμενη λόγω των δυτικών κυρώσεων για την τύχη των αποθεμάτων της σε χρυσό (τα φυλασσόμενα στην Τράπεζα της Αγγλίας έχουν ήδη δεσμευθεί), η Βενεζουέλα έχει στραφεί στην Τουρκία, αντί της Ελβετίας, για την επεξεργασία τους και τη μετατροπή τους σε ράβδους.
Η χώρα του Μαδούρο εκτιμάται ότι διαθέτει τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού στον κόσμο και επιδιώκει να τριπλασιάσει την παραγωγή της, ωστόσο στερείται τεχνογνωσίας και επενδύσεων. Ο αντίστοιχος τουρκικός κλάδος άδραξε την ευκαιρία: στο εννεάμηνο του 2018, οι εισαγωγές μετάλλων (κατά 90% χρυσού) στην Τουρκία από τη Βενεζουέλα έφθασαν τα 903 εκατ. δολάρια, ενώ και ο τουρκικός κατασκευαστικός τομέας εισήλθε στην βενεζολάνικη αγορά.
Το τέλος του “ροζ κύματος”
Στο εσωτερικό της Λατινικής Αμερικής οι φίλοι του Μαδούρο λιγοστεύουν. Το λεγόμενο “ροζ κύμα” των αριστερών και κεντροαριστερών κυβερνήσεων έχει αναστραφεί, ενώ στη φυσική ηγέτιδα της ηπείρου, τη Βραζιλία η έλευση του ακκροδεξιού Ζάιρ Μπολσονάρο στα πράγματα βάζει τέλος σε μια περίοδο διεκδίκησης αυτοτελούς ρόλου έναντι των ΗΠΑ.
Είναι χαρακτηριστική η συγκρότηση το τελευταίο διάστημα της άτυπης “Ομάδας της Λίμα”, η οποία συνασπίζει τον Καναδά και 13 λατινοαμερικανικές χώρες και έσπευσε να χαρακτηρίσει παράνομη την δεύτερη προεδρική θητεία Μαδούρο, που ξεκίνησε στις 10 Ιανουαρίου.
Στο επίπεδο του 34μελούς Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, η βενεζολάνικη κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να ελπίζει στη στήριξη των λοιπών μελών της “τρόικας της τυραννίας”. της Βολιβίας του Έβο Μοράλες, του Μεξικού του νεοεκλεγέντος κεντροαριστερού προέδρου Ομπραδόρ, της Ουρουγουάης και μικρών νησιωτικών κρατών της Καραϊβικής που προμηθεύονται βενεζολάνικο πετρέλαιο με προνομιακούς όρους. Μάλιστα ο γραμματέας του ΟΑΚ ήταν ο πρώτος ο οποίος έκανε δημοσίως λόγο (χωρίς εξουσιοδότηση από τα όργανα που εκπροσωπεί) για αναγόρευση του Γουαιδό ως προσωρινού προέδρου.
Η προοπτική του χάους
Η ύπαρξη στη Βενεζουέλα δύο περίπου ισοδύναμων πολιτικών, αλλά και κοινωνικών μπλοκ (με συνδηλώσεις ακόμη και φυλετικές) με επίδικο τη νομή της προσόδου από τη μονοκαλλιέργεια του πετρελαίου δημιουργεί ένα “παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος”, στο οποίο δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι κανόνες της δημοκρατικής εναλλαγής και συνύπαρξης. Ιδίως αφότου η αντιπολίτευση υιοθέτησε (αντί να επενδύσει στην ταχύτατη φθορά του Μαδούρο) τη ρητορική της “απονομιμοποίησης” και βίαιες τακτικές.
Επιπλέον, εκτόνωση της κρίσης μέσω κάποιου συμβιβασμού δεν μπορεί να προκύψει στον βαθμό που η αντιπολίτευση γνωρίζει ότι έχει την απεριόριστη στήριξη του αμερικανικού παράγοντα. Οι προσπάθειες της Αγίας Έδρας να μεσολαβήσει σε μια διαδικασία εθνικού διαλόγου δεν τελεσφόρησαν ή έμειναν στα χαρτιά, όπως συνέβη με σχετική πρωτοβουλία ευρωπαϊκών κρατών. Σε ένα σκηνικό που θυμίζει όλο και περισσότερο την Ουκρανία του 2014, η Ε.Ε. χάνει κάθε πρωτοβουλία κινήσεων και προορίζεται να συνταχθεί με την Ουάσιγκτον.
Ωστόσο, η ανατροπή του Μαδούρο δεν μπορεί να έλθει, όσο δεν εμφανίζονται ρήγματα στον στρατό, από τον οποίο άλλωστε και προέκυψε το πείραμα του τσαβισμού. Με αυτή την έννοια, η χώρα μοιάζει καταδικασμένη να βυθίζεται για καιρό στο χάος.
Αυτό το τοπίο διευκολύνει την περιφερειακή διάχυση της βενεζολανικής κρίσης. Παρότι ο Τραμπ προειδοποιεί ότι όλες οι επιλογές βρίσκονται στο τραπέζι, δύσκολα θα φανταζόταν κανείς μιαν άμεση στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στην πυριτιδαποθήκη της Βενεζουέλας. Τούτο όμως δεν αποκλείει την εμπλοκή γειτονικών κρατών, όπως η Κολομβία, η Βραζιλία και η Γουιάνα (με την οποία η Βενεζουέλα έχει και ανεπίλυτες εδαφικές διαφορές). Το κύμα εξόδου Βενεζολάνων πολιτών προς τρίτες χώρες, αλλά και ο ιεραποστολικός ζήλος του Μπολσονάρου να απαλλάξει όλη την ήπειρο από τον “κομμουνισμό” προοιωνίζεται εκρηκτικές καταστάσεις.