Σινεμά

Eπιστροφή στο Άκρον -από τον Old Boy

By N.

June 23, 2015

Η Κάθριν Χέμπορν είναι η Τζέιν Xάντσον, μια μεσήλικη γραμματέας από το Άκρον του Οχάιο, που πραγματοποιεί ένα όνειρο ζωής και φτάνει -αφού μιλάμε για ταινία του Ντέιβιντ Λιν, φυσικά με τρένο- στη Βενετία. Όταν συνεπιβάτης της της εύχεται να της αρέσει η Βενετία, εκείνη αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να μην της αρέσει, πώς είναι δυνατόν να μην αρέσει σε οποιονδήποτε άνθρωπο; Σε αντίθεση με ένα ζευγάρι συνταξιούχων που συναντάει και το οποίο είναι σε οργανωμένο γκρουπ και με αυστηρό ημερήσιο πρόγραμμα, εκείνη φτάνει στον προορισμό της πολύ πιο χαλαρή, με μια κρυφή αλλά και ομολογημένη προσδοκία να ζήσει εκεί κάτι μαγικό, κάτι μυσταγωγικό, κάτι παραμυθένιο. Να ζήσει όσα δεν έζησε στην ως τώρα στερημένη ζωή της. Γιατί τα στερήθηκε; Ήταν πολύ άτυχη; Δεν ήταν καθόλου καπάτσα; Για κάποιον άλλο λόγο; Δεν έχουν τόση σημασία οι λόγοι όσο το αποτέλεσμα. Χρόνια μάλλον ονειρευόταν να έρθει εδώ, για χρόνια έκανε οικονομίες, ίσως από ένα σημείο της ζωής της και ύστερα συμβιβάστηκε με την ιδέα ότι εκεί δεν θα ζούσε έντονα, έτσι ώστε το εδώ έφτασε να αντιπροσωπεύει το έντονο που δεν έζησε εκεί. Με μια κάμερα στο χέρι απαθανατίζει μανιωδώς το τοπίο. Εκ των προτέρων ερωτευμένη μαζί του, διαπιστώνει τώρα και από κοντά ότι ο έρωτάς της είχε βάση.

Πολλές φορές ο Ντέιβιντ Λιν μας δείχνει με τη δική του κάμερα ό,τι κοιτάζει εκείνη με τη δική της. Και περνά το πρώτο τρίτο της ταινίας του, πάνω από μισή ώρα, στην οποία από πλευράς πλοκής συμβαίνουν ελάχιστα πράγματα. Αλλά καθόλου δεν μας πειράζει, το ακριβώς αντίθετο, αφού κινηματογραφεί τη Βενετία με τόσο μεράκι, τόσο ενθουσιασμό, τόσο δόσιμο και φυσικά με τόση τέχνη, όντας ταυτόχρονα συνεπαρμένος και διατηρώντας τον απόλυτο έλεγχο του ενθουσιασμού του, τον οποίο αποτυπώνει σε κάθε πλάνο, που η ταινία σφύζει διαρκώς από ζωή και ενεργητικότητα. Κι έτσι, όταν αρχίσουν να συμβαίνουν τα πράγματα, έχουμε εμποτιστεί τόσο με την ατμόσφαιρα, η οποία στα υπόλοιπα δύο τρίτα της ταινίας θα συμπρωταγωνιστεί με τα γεγονότα, όντας όχι απλώς το περιβάλλον που διαδραματίζονται, αλλά ο καταλύτης που επιτρέπει να διαδραματιστούν.

Έτοιμη λοιπόν εκτός από το μέρος να ερωτευθεί και έναν άνθρωπο, η Κέιτ γνωρίζει έναν γοητευτικό μαγαζάτορα ενός καταστήματος με αντίκες. Ένα κόκκινο κρυστάλλινο ποτήρι στην βιτρίνα την ξελογιάζει. Της λέει ότι είναι του 18ου αιώνα και μοναδικό. Το αγοράζει. Είναι όντως μοναδικό; Είναι όντως γνήσιο; Είναι μήπως ρέπλικα; Είναι άρα απάτη; Τι είναι η απάτη; Μήπως απάτη είναι ο εξιδανικευμένος ρομαντισμός; Μήπως απάτη είναι η μοναδικότητα και οι πρίγκιπες των παραμυθιών; Μήπως απάτη είναι ένας ρομαντισμός που μπαίνει σε αυστηρά πλαίσια και όρους;

Βρισκόμαστε στο 1955, σε μια ταινία γυρισμένη εξήντα χρόνια πριν, η πρωταγωνίστρια μπορεί να δίνει σε ένα μικρό αλητάκο των δρόμων να καπνίσει και να φαίνεται χαριτωμένο αυτό που σήμερα θα φαινόταν σκανδαλώδες. Μέσα σε εξήντα χρόνια πολλές νοοτροπίες αλλάζουν δραστικά. Οι δισταγμοί που έχει η Τζέιν ως προς το σεξ ίσως σήμερα να μην ισχύουν. Αλλά ως προς την ιδέα του έρωτα, ως προς τον ορισμό και την σύλληψη της έννοιας του ρομαντισμού, μάλλον αλλάζουν πολύ δυσκολότερα. Κι όμως, σε ένα εντελώς ρομαντικό περιβάλλον, η ταινία μιλά για μια πιο πραγματιστική και πάντως πολύ πιο απλή πλευρά του ρομαντισμού, εισηγούμενη μια ρομαντικότητα πολύ πιο φυσική και πολύ λιγότερο ιδεολογικοποιημένη.

«Γιατί προσποιούμαστε ότι μιλάμε και γιατί μιλάμε στην πραγματικότητα;», θα της πει ο λατίνος εραστής της. «Γιατί είμαι εδώ και γιατί είσαι εδώ; Είμαι άντρας και είσαι γυναίκα. Σε ελκύω και με ελκύεις. Γιατί πρέπει να είναι τόσο πολύπλοκο;». «Εμείς οι Αμερικάνοι έχουμε μάθει να μην αντιμετωπίζουμε με ελαφρότητα το σεξ». «Θα έπρεπε», της απαντάει και συνεχίζει εξόχως αντιρομαντικά: «Eίσαι σαν πεινασμένο παιδί που του δίνουν να φάει ραβιόλια. Εσύ φωνάζεις πως θες χοιρινή μπριζόλα. Φάε τα ραβιόλια. Γυρνώντας μην πάρεις μόνο βενετσιάνικο κρύσταλλο πίσω. Πάρε και κάτι άλλο μαζί σου».

Η ζωή της ως τώρα μια γαρδένια που δεν αξιώθηκε. Τη λαχτάρισε όταν ήταν νέα σε έναν χορό, αλλά το αγόρι της ήταν πολύ φτωχό ή πολύ τσιγγούνης για να της την πάρει. Θα την αξιωθεί τη γαρδένια τώρα; Εξαρτάται. Αν η γαρδένια είναι ένα ενθύμιο, ένα αποτύπωμα, μια φωτογραφία, ένα σουβενίρ, ίσως και όχι. Αν όμως η γαρδένια είναι μια χειρονομία και ένα βίωμα, ακόμη και αν τελικά δεν φτάνει ποτέ στο χέρι, έχει φτάσει στο μυαλό και την καρδιά.

Επιστρέφοντας στον σπίτι της η Τζέιν είναι αντιμέτωπη με δύο επιλογές. Ή θα αφήσει την Βενετία να κυριαρχήσει μέσα της με τον λάθος τρόπο, και όπως είχε πάρει τη θέση του απωθημένου και της προσδοκίας, τώρα να πάρει τη θέση των ελάχιστων εκείνων ημερών που έζησε όπως ήθελε, ή, αν το ταξίδι κατόρθωσε να την αλλάξει στα αλήθεια, να καταλάβει οι Βενετίες τι σημαίνουν και να ψάξει να βρει στο Άκρον του Οχάιο νέες πραγματώσεις, λιγότερο παραμυθιασμένη πια, λιγότερο ιδεολογικοποιημένα ρομαντική, περισσότερο πραγματίστρια, περισσότερο αληθινά ρομαντική.

elculture.gr