Επικαιρότητα

Μπροστά σε μακρά περίοδο τουρκικής νευρικότητας

By N.

February 15, 2018

Του Σωτήρη Ρούσσου

Τρία βασικά στοιχεία πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στην ανάλυση του πρόσφατου επεισοδίου στην περιοχή των Ιμίων.

Πρώτον, η Τουρκία έχει μια ιδιαίτερη αντίληψη για το διεθνές δίκαιο και τους κανόνες συμπεριφοράς των κρατών. Δεν θεωρεί ότι δεσμεύεται ή ότι πρέπει να δεσμεύεται από ένα συγκεκριμένο συμβατικό πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί διεθνώς, αλλά η έννοια του «δικαίου» γίνεται αντιληπτή ως ένα αέναο διμερές ανατολίτικο παζάρι στη βάση του συμφέροντος και της ισχύος.

Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας ήταν πρωτίστως, από την πλευρά της Ελλάδας, μια προσπάθεια να αλλάξει αυτή η τουρκική συμπεριφορά και να αντιληφθεί η Αγκυρα τους περιορισμούς αλλά και τις ευκαιρίες που παρέχει ένα πλαίσιο κανόνων. Η προοπτική αυτή μας άφησε χρόνους και μαζί της έσβησε η ελπίδα για συμμόρφωση της Τουρκίας με το διεθνές δίκαιο και τους κανόνες του.

Δεύτερον, η Τουρκία, τόσο η ελίτ όσο και η κοινωνία θεωρούν την Ελλάδα πηγή ήσσονος απειλής, την κατατάσσουν μάλιστα μετά τη 10η θέση στην ιεράρχηση των απειλών. Αυτό θα μπορούσε να είναι θετικό και θα ενίσχυε την αμοιβαία εμπιστοσύνη αν η Τουρκία επιθυμούσε πραγματικά καλές σχέσεις γειτονίας με την Ελλάδα και αν η ευρωπαϊκή προοπτική της ήταν ακόμη ζωντανή.

Στην παρούσα όμως φάση η ιεράρχηση αυτή κάνει την τουρκική πολιτική και στρατιωτική ελίτ πολύ λιγότερο διστακτικές να εκφοβίσουν και να πιέσουν την Ελλάδα, μιας και πιστεύουν ότι το κόστος θα είναι ελάχιστο. Το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας έχει πλήρως ενταφιαστεί αφαιρεί κάθε πιθανό κόστος για την πολιτική της Τουρκίας σε Αιγαίο και Κύπρο.

Τρίτον, οι Αμερικανοί θεωρούν ότι το μόνο στήριγμα για να διατηρήσουν την παρουσία τους και την επιρροή τους στη Συρία είναι οι κουρδικές δυνάμεις του PYD. Αυτή η επιλογή φέρνει τη διακυβέρνηση Τραμπ αντιμέτωπη με την ερντογανική Τουρκία, η οποία θεωρεί το PYD και το ΡΚΚ συγκοινωνούντα δοχεία. Δεν είναι όμως δυνατή μια ανοιχτή αντιπαράθεση ΗΠΑ και Τουρκίας, με δεδομένη τη γεωστρατηγική αξία της χώρας αυτής.

Η αμερικανική στρατηγική δεν μπορεί να αντικαταστήσει το γεωπολιτικό αυτό «πολυ-εργαλείο» με κανέναν άλλο περιφερειακό εταίρο. Δεν μπορούν να απολέσουν ολοσχερώς την Τουρκία λόγω ενός περιστασιακού, όπως πιστεύουν, ιδιόρρυθμου ηγέτη. Συνεπώς θα βρισκόμαστε στη μάλλον παράδοξη κατάσταση: η Ουάσινγκτον να συνεχίζει να χρηματοδοτεί και να εξοπλίζει τις κουρδικές δυνάμεις που συγκρούονται με τη σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ.

Η παράδοξη αυτή κατάσταση δημιουργεί έντονη νευρικότητα στον Ερντογάν, η οποία αντανακλάται με τη σειρά της στην τουρκική συμπεριφορά σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, πρωτίστως μάλιστα στις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο.

Μάλιστα η Αγκυρα δεν δείχνει προς το παρόν να αποτρέπεται από τις τριμερείς συμφωνίες Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ, όπως υποστήριζαν αρκετές πλευρές του ελληνικού δημόσιου λόγου. Δυστυχώς θα πρέπει να ετοιμαστούμε για μια σχετικά μακρά περίοδο νευρικότητας και τουρκικών προκλήσεων και το κλειδί για τον τερματισμό τους δεν βρίσκεται στο Αιγαίο αλλά κυρίως στο συριακό Κουρδιστάν.

* Αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

efsyn.gr