Περίπου 5.000 με 6.000 πρόσφυγες και μετανάστες κρατούνται αυθαίρετα και κάτω από άθλιες συνθήκες στα κέντρα κράτησης της Λιβύης. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα προσπαθούν να σώσουν αυτούς τους ανθρώπους και να τους μεταφέρουν σε ασφαλή λιμάνια.
Στα κέντρα κράτησης της Λιβύης 5.000 με 6.000 πρόσφυγες και μετανάστες κρατούνται αυθαίρετα κάτω από άθλιες συνθήκες. Κάποιοι από αυτούς βρίσκουν ως μόνη οδό διαφυγής το επικίνδυνο θαλάσσιο πέρασμα της Μεσογείου. Ήδη φέτος, τουλάχιστον 426 άντρες, γυναίκες και παιδιά έχουν πεθάνει σε αυτό το πέρασμα, οι 82 από αυτούς σε ένα μόνο ναυάγιο πριν από δύο εβδομάδες.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα επιστρέφουν και πάλι στη θάλασσα με επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στη Μεσόγειο προσπαθώντας να σώσουν αυτούς τους ανθρώπους και να τους μεταφέρουν σε ασφαλή λιμάνια, ζητώντας παράλληλα την άμεση εκκένωση και το κλείσιμο όλων αυτών των κέντρων κράτησης στη Λιβύη.
Οι συγκρούσεις που μαίνονται από τις αρχές Απριλίου μεταξύ της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και του Εθνικού Στρατού της Λιβύης επιδείνωσαν την κατάστασή προσφύγων και μεταναστών, καθώς εξανεμίστηκαν οι ελπίδες τους να βρουν ασφάλεια σύντομα, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για την προστασία και την απομάκρυνσή τους.
Μακριά από την εμπόλεμη ζώνη, εκατοντάδες άνθρωποι παραμένουν έγκλειστοι επ’ αόριστον σε άθλιες συνθήκες κράτησης, εκτεθειμένοι στην κακοποίηση και τον θάνατο.
Νότια της Τρίπολης στα όρη Ναφούζα, άνθρωποι που χρήζουν διεθνούς προστασίας και έχουν καταγραφεί από την Ύπατη Αρμοστεία ως αιτούντες άσυλο ή πρόσφυγες βρίσκονται σε κράτηση για μήνες –και σε ορισμένες περιπτώσεις για χρόνια– χωρίς καμία βοήθεια ουσιαστικά.
Από τον Σεπτέμβριο του 2018 έως τον Μάιο του 2019, τουλάχιστον 22 άνθρωποι πέθαναν ενώ βρίσκονταν σε κράτηση, οι περισσότεροι από φυματίωση, στο Ζιντάν και το Γκαργιάν. Στους νεκρούς περιλαμβάνονταν νέοι άντρες, γυναίκες και ένα παιδί οκτώ ετών.
Στο κέντρο κράτησης του Ζιντάν, περίπου 700 άνθρωποι ήταν κλειδωμένοι σε μια ασφυκτικά γεμάτη αγροτική αποθήκη, ενώ άλλοι 200 κρατούνταν σε μια σειρά από μικρότερα κτίρια.
Οι συνθήκες υγιεινής στην κύρια αποθήκη ήταν τραγικές.
Οι έγκλειστοι διέθεταν μόλις τέσσερις υποτυπώδεις τουαλέτες, ουρούσαν σε κουβάδες, δεν είχαν ντους και είχαν μόνο περιστασιακά πρόσβαση σε νερό, το οποίο δεν ήταν πόσιμο.
Πιθανότατα ήταν σε εξέλιξη μια επιδημία φυματίωσης για αρκετούς μήνες στο κέντρο κράτησης.
Η κύρια αποθήκη εκκενώθηκε τον Ιούνιο, και όσοι κρατούνταν εκεί μοιράστηκαν στα άλλα κτίρια του κέντρου κράτησης. Τώρα, υπάρχουν χώροι περίπου 15 τ.μ. που στεγάζουν έως 20 άτομα.
Πριν από λίγους μήνες, περίπου 50 κρατούμενοι σε άσχημη κατάσταση υγείας μεταφέρθηκαν από το Ζιντάν στο κέντρο κράτησης του Γκαργιάν, το οποίο έγινε μια έντονα στρατιωτικοποιημένη περιοχή όταν πέρασε στην κατοχή του Εθνικού Στρατού της Λιβύης κατά την προέλασή του προς την Τρίπολη τον Απρίλιο.
Η διοίκηση του κέντρου κράτησης έδωσε στους πρόσφυγες από μια αλυσίδα και ένα λουκέτο, προκειμένου να προστατευτούν από τις επιδρομές ενόπλων, καθώς δεν υπάρχουν φύλακες.
Στις 26 Ιουνίου, όταν οι δυνάμεις της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ανακατέλαβαν την πόλη έπειτα από σφοδρές μάχες και αεροπορικές επιδρομές, 29 άνθρωποι παρέμεναν στο κέντρο κράτησης του Γκαργιάν. Ήταν τρομοκρατημένοι, καθώς ήταν καθηλωμένοι στην καρδιά των μαχών χωρίς δυνατότητα διαφυγής.
Μία εβδομάδα μετά, μεταφέρθηκαν όλοι στην Τρίπολη: 8 άνθρωποι παραπέμφθηκαν για νοσηλεία από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και οι υπόλοιπο 21 παραπέμφθηκαν σε ξενώνες μη κυβερνητικής οργάνωσης.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που κρατούνται στο Ζιντάν έχουν διαφύγει από την Ερυθραία και τη Σομαλία εξαιτίας των διώξεων και της βίας.
Ορισμένοι βρίσκονται στο κέντρο κράτησης του Ζιντάν από τον Μάρτιο του 2017. Οι τελευταίοι μεταφέρθηκαν στο κέντρο κράτησης τον Μάιο μετά τη σύλληψή τους σε ένα σημείο ελέγχου. Ωστόσο, οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν στο Ζιντάν από διάφορα κέντρα κράτησης της Τρίπολης τον Σεπτέμβριο του 2018, όταν ξέσπασαν μάχες στην πρωτεύουσα.
Στη διάρκεια των πρόσφατων συγκρούσεων στην Τρίπολη, έχει αναφερθεί ότι ορισμένοι πρόσφυγες και μετανάστες αρνήθηκαν να μεταφερθούν στο Ζιντάν, φοβούμενοι δικαιολογημένα ότι οι αρχές θα τους ξεχνούσαν εκεί και ότι δεν θα είχαν ουσιαστικά πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα.
Οι περισσότεροι έχουν βιώσει ήδη φρικτές καταστάσεις στη Λιβύη. Έχουν απαχθεί, έχουν βιαστεί και βασανιστεί. Τώρα υποφέρουν από τις σωματικές και τις ψυχολογικές συνέπειες.
Αντί να τους δοθεί μια διέξοδος και η προστασία που δικαιούνται, οι πρόσφυγες αυτοί έχουν καταδικαστεί σε έναν φαύλο κύκλο βίας και κράτησης.
Το ψυχολογικό τραύμα και η απόγνωση που βιώνουν επιδεινώνονται από την επ’ αόριστον κράτηση και είναι τόσο έντονα που έχουν αναφερθεί πολλές απόπειρες αυτοκτονίας. Συχνά οι έγκλειστοι αναγκάζονται να δέσουν κάποιον συγκρατούμενό τους που βρίσκεται σε απόγνωση και έχει διάφορα προβλήματα ψυχικής υγείας, για να μην ασκήσει βία στον εαυτό του ή σε άλλους.
Ως απάντηση σε αυτή την κρίσιμη κατάσταση, ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα πραγματοποιούν ιατρικές συνεδρίες και παραπομπές σε νοσοκομείο από τα τέλη Μαΐου. Την πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου πραγματοποιήθηκαν 4 παραπομπές και περισσότερες από 120 συνεδρίες.
Ο βαθμός στον οποίο οι ιατρικές ομάδες μας μπορούν να μειώσουν το μαρτύριο των ανθρώπων αναπόφευκτα είναι περιορισμένος, όσο συνεχίζεται η παρατεταμένη κράτηση των ασθενών μας και δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες διεθνούς προστασίας τους.
Οι άνθρωποι στα κέντρα κράτησης τρέφονται κυρίως με ψωμί και ζυμαρικά, που συνιστά πολύ κακή διατροφή όταν συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδίως για όσους έχουν ιατρικές ανάγκες. Επιπλέον, η φυματίωση μπορεί να οδηγήσει σε υποσιτισμό, ο οποίος με τη σειρά του αυξάνει τον κίνδυνο της φυματίωσης.
Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα πραγματοποίησαν πολλές διανομές τροφίμων, εμπλουτίζοντας τη διατροφή των κρατουμένων με τόνο, σαρδέλες, χουρμάδες και χυμούς. Διένειμαν επίσης βρεφικό γάλα σε σκόνη και είδη πρώτης ανάγκης.
Στις 3 Ιουνίου, η Ύπατη Αρμοστεία μετέφερε 96 άτομα από το κέντρο κράτησης του Ζιντάν σε μια δομή της Ύπατης Αρμοστείας στην Τρίπολη, όπου θα παραμείνουν μέχρι να απομακρυνθούν από τη Λιβύη.
Αυτή τη στιγμή, στο κέντρο κράτησης του Ζιντάν παραμένουν 585 άνθρωποι.
Η απομάκρυνση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο από τη Λιβύη και η μετεγκατάστασή τους πρέπει να κλιμακωθούν επειγόντως. Για πολλούς ανθρώπους που είναι εγκλωβισμένοι σε κέντρα κράτησης, είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.