Ιδέες

Μελετώντας Αλτουσέρ -3

By N.

February 23, 2016

Αριστεροί διαξιφισμοί, από τον Μαρξ στον Αλτουσέρ

Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους (ΙΜΚ)

Στη μνήμη του μεγάλου στοχαστή και ανθρώπου Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου 

    « Για να διατηρηθεί η πολιτική εξουσία είναι αναγκαίο οι πολίτες να παραμένουν στην αμάθεια, να αγνοούν στην αλήθεια, ακόμη και της δικής τους ζωής. Ως εκ τούτου, ότι μας περιβάλλει είναι ένα απέραντο υφαντό από ψέματα απ’ τα  οποία τρεφόμαστε».

Με αυτό το απόφθεγμα ‘’πάγωσε’’ το χρυσοποίκιλτο φουαγέ της αίθουσας βραβεύσεων, της σουηδικής ακαδημίας, ο σπουδαίος Χάρολντ Πίντερ κατά τη στιγμή της βράβευσης του. Ο Πίντερ κατάφερε, με τον πλέον χειμαρρώδη και ευσύνοπτο τρόπο, να  παρουσιάσει  αυτά για το οποία είχε κάνει λόγο, μερικές δεκαετίες πριν, ο Γαλλοαλγερινός μαρξιστής και ριζοσπάστης , Λουίς Αλτουσέρ.

Ο Αλτουσέρ, το Δεκέμβρη του 1976 στο  βιβλίο του «Θέσεις», αναφέρθηκε και ανέλυσε διεξοδικά , τον καθοριστικό  ρόλο της ιδεολογίας στη σύνθεση του κοινωνικού μάγματος και την λειτουργία του κράτους. Ως μια πρώτη θέση, ενδεικτική των πεποιθήσεων του, ο Αλτουσέρ παραδέχεται τη  φύση του ανθρώπου ως εγγενώς ιδεολογική πράξη ,η οποία αποτελεί μια έμβια κατάσταση, ένα εμπειρικό αξίωμα το οποίο χρήζει ιδεολογικών παραστάσεων.

Η παραδοχή αυτή, σχετίζεται με την μαρξιστική θέση, ότι με τον όρο ιδεολογία δεν περιγράφεται  απλά το σύνολο κάποιων ιδεών. Η ιδεολογία κάθε ιστορικής περιόδου είναι το σύνολο των ιδεών που παράγει η άρχουσα τάξη εκείνης της ιστορικής περιόδου, ως κυρίαρχη υλική δύναμη. Με άλλα λόγια, η τάξη που έχει στα χέρια της τα μέσα υλικής παραγωγής είναι και τη τάξη που ελέγχει τα μέσα πνευματικής παραγωγής. Μέσω του ελέγχου της παραγωγής ιδεών, η άρχουσα τάξη καταφέρνει να νομιμοποιήσει τον εαυτό της.

Απαιτείται, έτσι η αναπαραγωγή τόσο των παραγωγικών δυνάμεων όσο και η σταθεροποίηση των υπαρχουσών παραγωγικών σχέσεων. Στο σύγχρονο κόσμο, τον καπιταλιστικό, η αστική τάξη κρατά τα κλειδιά του κράτους. Με γνώμονα αυτό το γεγονός διαπιστώνουμε ότι το «αστικό πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις χωρίς έναν συνεχή και πιεστικό περιορισμό της ικανοποίησης των ανθρωπίνων αναγκών.» Το τελευταίο απαιτεί έναν διαρκή και ενδελεχή έλεγχο των κοινωνικών και ατομικών ελευθεριών, την επιβολή ενός συγκεκριμένου τρόπου σκέψης και την ενσωμάτωση των μαζών με τη βοήθεια της ιδεολογίας και της βίας-τρομοκρατίας.

Κατά αυτόν τον τρόπο, τα υποκείμενα καθίστανται ένα πλήρως , ιδεολογικά, εξοπλισμένο στρατόπεδο στην υπηρεσία των μεγάλων εκείνων συμφερόντων  που επιβίωσαν εκείνης της οικονομικής ανταγωνιστικής πάλης. Έτσι, δύσκολα αντιλαμβάνονται ότι η τάξη των αστών– και οι πολιτικοί εκπρόσωποί τους -δεν έχουν καμία ευαισθησία για τους λαούς και το δράμα που περνάνε.

Αυτό που υπηρετούν με τις κινήσεις σε κρατικό,  διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων των δικών τους μονοπωλιακών ομίλων, η εξασφάλιση πειθαρχημένου εργατικού δυναμικού, πλεονεκτημάτων στη γεωγραφική  διελκυστίνδα, ο έλεγχος των ενεργειακών πηγών και των δρόμων μεταφοράς τους.

Επί παραδείγματι, το δράμα των Σύρων είναι το επιστέγασμα μιας κτηνώδους πολιτικής, η οποία εφαρμόζεται επί σειρά ετών. Την είδαμε πριν στη Λιβύη, στην Τυνησία, στην Ουκρανία, στο Ιράκ και σε πλείστες άλλες περιπτώσεις, στις οποίες  οι συμμαχίες που δημιουργούνται, που στην πραγματικότητα είναι συμμαχίες υαινών, είναι ένας πόλεμος όλων με όλους για τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων, που οι λαοί καλούνται να επωμιστούν (με ο,τι συνεπάγεται αυτό) τα βάρη .

Για να νομιμοποιηθεί ,όμως, κοινωνικά,  η κατάφωρη αδικία σε βάρος των λαών και η μαφιόζικη πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου, πρέπει πρωτίστως να ‘χει διαμορφωθεί ένα τέτοιο πλαίσιο κανονικότητας , το οποίο  θα αναγάγει τον εξανδραποδισμό της ανθρώπινης φύσης ως κάτι θέσφατο και φυσικό,πάντα, με όρους  κοινωνικού δαρβινισμού· το υποκείμενο, έτσι θα μπορέσει να αποκτήσει εκείνον τον απαραίτητο μιθριδατισμό, που απαιτείται μπροστά στην μετουσίωση ”Του καραβιού των σκλάβων” του Τέρνερ. Εδώ, λοιπόν, κατανοούμε τη σημασία των ΙΜΚ, ως μέσο προπαγάνδας και επιβολής της πολιτικής των κονκισταδόρων.

Ήδη από τα σχολικά έδρανα, η εργατική τάξη γαλουχείται σύμφωνα με τα αστικά -χρηστά- ήθη, διδασκόμενη, εν πρώτοις την παραγωγή προϊόντων στην υπηρεσία του κεφαλαίου, εν δευτέροις τους  «κανόνες ηθικής, επαγγελματικής συνείδησης και πολιτικής αγωγής(…) δηλαδή, κανόνες τάξης πραγμάτων που έχουν επιβληθεί, ήδη, από την ταξική κυριαρχία». Το εγχείρημα τους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τιτανικό άθλημα, καθότι χρειάζεται οργάνωση, απαράμιλλη προσήλωση στο στόχο και ευελιξία ανάλογα με τους εκάστοτε κοινωνικούς συσχετισμούς. Η άρχουσα τάξη καταφέρνει, τελικά, να κάμψει οποιαδήποτε αντίσταση, καθιστώντας την εργασία ως μια -καταναγκαστική- υπηρεσία , ενώ, ταυτόχρονα, οι παραγωγικές δυνάμεις επεκτείνονται ολοταχώς- εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της κυρίαρχης γραφειοκρατίας που συνιστά τον κληρονόμο της -εκάστοτε- παλαιάς κεφαλαιοκρατικής τάξης.

Το αστικό Κράτος Δικαίου [γερμανικά: Rechtsstaat], «ένα συνεκτικό έλλογο πολιτικό σύστημα με ευδιάκριτα οριοθετημένες και αναγνωρισμένες σφαίρες δικαιωμάτων και ελευθεριών», επιτυγχάνει την βιωσιμότητα του και την συνέχιση της παραγωγής, μέσα από την αναπαραγωγή της υπακοής στους κανόνες της καθεστηκυίας τάξης, δηλαδή την αναπαραγωγή της υποταγής στην κυρίαρχη ιδεολογία. Βέβαια, όπως έχει λεχθεί από τον Ρούζβελτ στο παρελθόν-ορίζοντας τη δομική υπόσταση του φασισμού· στις περιπτώσεις, στις οποίες,  «τα ιδιωτικά συμφέροντα γίνονται πιο ισχυρά από μια κυβέρνηση», οι ιδεολογικοί μηχανισμοί  αποκτούν ολοένα και περισσότερη σημασία, καθώς αποτελούν τη ‘’φωνή’’ των οικονομικών δυνάμεων που βρίσκονται πίσω από τους θιασώτες των πολιτικών λογυδρίων στα υψιπετή μπαλκόνια, επιβάλλοντας το status quo των κοινωνικών σχέσεων.

Ο Αλτουσέρ επισημαίνει, ακόμη , πως η κυρίαρχη ιδεολογία δεν ποδηγετεί μόνο τις υποτελείς τάξεις, αλλά (και)  την ίδια την κυρίαρχη τάξη, έτσι ώστε, τα υποκείμενα να εκτελούν ‘’ευσυνείδητα’’ το καθήκον τους, λειτουργώντας με παρωπίδες, με μόνη συναίσθηση αυτή  του ρόλου τους. Δηλαδή, ενώ το Κράτος προστατεύει την ιδιωτική περιουσία και τα συμφέροντα της αστικής τάξης, βρίσκεται επίσης από πάνω και κυριαρχεί σε αυτές τις δυνάμεις .Ενιαία, λοιπόν, τακτική – τόσο για τους εξουσιαστές, όσο και για τους εξουσιαζόμενους.

Εδώ πρέπει να αναγνωρίσουμε «την έντονη παρουσία μιας νέας πραγματικότητας: της ιδεολογίας». Ως τώρα ο Αλτουσέρ απλώς αναγνωρίζει κάτι που είναι εμφανές με πρώτη ματιά: η κύρια αποστολή του σχολείου δεν είναι να μάθει στα παιδιά κάτι τεχνικό αλλά να διδάξει κοινωνική συμπεριφορά. Αυτή η συμπεριφορά πρέπει να αναγνωριστεί ως ιδεολογία. Δεν λέει τι ακριβώς είναι η ιδεολογία, αλλά αφήνει να εννοηθεί ότι αυτά που μαθαίνει το παιδί είναι ιδεολογία, άρα πατάει σε μια εμπειρική εικόνα που έχει ο καθένας, ότι η ιδεολογία είναι ένα «σύστημα ιδεών» που έχει πάντα κάθε άνθρωπος.

Φτάνουμε, έτσι σε μια κατάσταση στην οποία ακόμη και αν ανατρέψουμε το άτεγκτο, προς τους αδύναμους, καθεστώς, δεν θα το κάνουμε επειδή έχουμε την δύναμη, αλλά γιατί το τελευταίο έχει τόσο διαφθαρεί που με την πρώτη επίθεση  μπορεί να καταρρεύσει. Το γεγονός ότι  για σειρά ετών διστάζαμε να αντ-επιτεθούμε , αν και βλέπαμε το πόσο καταστροφική και βάρβαρη  ήταν για το σύνολο των πολιτών της χώρας η εν λόγω πολιτική, μαρτυρά την αδυναμία μας και την διάβρωση της συνείδησης μας από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους.

Προχωρώντας στην αλτουσεριανή ενατένιση των πραγμάτων, οφείλουμε να σταθούμε στον όρο ‘’δείκτης αποτελεσματικότητας’’. Ο συγκεκριμένος όρος προσπαθεί και καταφέρνει να αναδείξει την επαναστατικότητα της μαρξιστικής σύλληψης περί «κοινωνικού όλου», έναντι της εγελιανής‘’κοινωνικής ολότητας’’. Εδώ, ο Αλτουσέρ, εν είδει υπομνήσεως του πνεύματος του Μαρξ, ανάγει σε σύμβολο του ριζοσπαστισμού την προαναφερθείσα -μαρξιστική-σύλληψη, καθότι η τελευταία , επιστράτευε τον ‘’δείκτη αποτελεσματικότητας’’ ως ρυθμιστή των σχέσεων ανάμεσα σε κάθε βαθμίδα ή/και επίπεδο του κοινωνικού όλου.

Η μαρξική τοπολογική διαφορά, ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίο καθορίζονται οι ανώτερες βαθμίδες, ξεκινώντας από τη βάση, την οικονομία, αλλά και την αλληλεπίδραση των υπόλοιπων βαθμίδων μ’ αυτή (ανάδραση υπερδομής στη βάση). Ωστόσο, η θεωρία αυτή χωλαίνει. Η αχίλλειος πτέρνα αυτής της μεταφοράς, είναι, ακριβώς, το γεγονός ότι αποτελεί μεταφορά · «παραμένει περιγραφική  και είναι αναγκαίο να αντικατασταθεί με μια περισσότερο διεισδυτική περιγραφή».

Ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί, δρα και επιδρά χρησιμοποιώντας ως μέσο κατίσχυσης  τη βία και λιγότερο την ιδεολογία. Η βία χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως, άλλωστε, ανέκαθεν ήταν πλουραλιστική. Ο κρατικός μηχανισμός στρατολογεί κάθε άτομο, ανεξαρτήτως των συμφερόντων αυτού, στην οικονομική-παραγωγική διαδικασία. Η ιδέα της ατομικής ευημερίας παραχωρεί τη θέση της στην απαίτηση θυσιών.

«Το χρέος να θυσιάζεται κανείς για το σύνολο δεν έχει όρια, αν θεωρήσουμε το λαό ως το υψηλότερο αγαθό στη γη». Είναι φανερό πως οι ‘’θυσίες’’ για τις οποίες γίνεται λόγος, δεν τίθενται στην υπηρεσία του λαού αλλά υπάγονται, πλήρως, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της βιομηχανικής και της πολιτικής γραφειοκρατίας. Έτσι, έχουμε έναν τεχνικό κρατικό μηχανισμό, ο οποίος καταδυναστεύει το άτομο ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα και η συνέχιση του.

Το κράτος, ως ένας  καταπιεστικός μηχανισμός και όχι ως ουδέτερος σχηματισμός τεχνικού τύπου, επιτρέπει στην κυρίαρχη τάξη και τους φίλα προσκειμένους σ’ αυτήν, να κυριαρχούν έναντι των άλλων τάξεων, ιδίως της εργατικής, επεμβαίνοντας σε συνθήκες ‘’κρίσης’’ μέσω των κατασταλτικών οργάνων του,  την αστυνομία, τα δικαστήρια, τις  φυλακές, και βέβαια το στρατό, ο οποίος είναι η κατασταλτική δύναμη αιχμής που θα χρησιμοποιηθεί «στα δύσκολα».

Ο Μαρξ διακήρυττε ότι «Η προχωρητική  εξέλιξη από αυτή την καπιταλιστική δημοκρατία δεν προχωράει απλά, ευθύγραμμα και ομαλά, αλλά, περνάει μέσα από την δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή την οργάνωση της πρωτοπορίας των καταπιεζόμενων σε κυρίαρχη τάξη για την καθυπόταξη των καταπιεστών». Σε αυτό το σημείο βρίσκεται η πεμπτουσία της αλτουσεριανής προσέγγισης του κράτους και των λειτουργιών του.

Για τον νεομαρξιστή φιλόσοφο, η  κρατική εξουσία, η οποία αφορά την κατάληψη και διατήρηση της πολιτικής εξουσίας, και ως τέτοια είναι ο αντικειμενικός σκοπός της πολιτικής πάλης των τάξεων, διαχωρίζεται από τους μηχανισμούς του κράτους. Οι τελευταίοι συνεχίζουν να υπάρχουν, ακόμη, κι αν η κρατική εξουσία περάσει σε άλλα χέρια,  ο μηχανισμός του κράτους δεν αλλάζει αυτοστιγμεί.

Εν πρώτοις, δηλαδή, «η στρατηγική της εργατικής τάξης είναι σωστή όσον αφορά το κατασταλτικό μέρος του κράτους, αλλά αυτή του η λειτουργία δεν εξαντλεί την περιγραφή της μορφής του. Αυτό που λείπει από την – περιγραφική – θεωρία του κράτους είναι μια προσθήκη δίπλα στον καταπιεστικό μηχανισμό: η ύπαρξη των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους».

Για τον Αλτουσέρ,

 «καμία κοινωνική τάξη δεν είναι σε θέση να διατηρηθεί στην πολιτική εξουσία αν δεν ασκεί συγχρόνως την ηγεμονία της μέσα στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους».

Το κράτος είναι η μηχανή που οργανώνει τις κυρίαρχες εκφράσεις και την καθεστηκυία τάξη της κοινωνίας, τις κυρίαρχες γλώσσες και τη γνώση, τις κομφορμιστικές δράσεις και τα συναισθήματα, τους τομείς που επικρατούν έναντι των υπολοίπων. Ο κρατικός φορέας, δεν εξαντλεί  την ύπαρξή του στον καταπιεστικό μηχανισμό που έχει συστήσει, αλλά περιλαμβάνει και μια ευρεία γκάμα θεσμικών οργάνων ‘’πολιτικής κοινωνίας’’ όπως η εκκλησία, τα συνδικάτα και κυρίως το σχολείο ( Γκράμσυ). Καταφέρνει, έτσι  να επικοινωνεί την κυρίαρχη ιδεολογία καθυποτάσσοντας το υποκείμενο, σχεδόν αναίμακτα.

Ο Αλτουσέρ διαπίστωσε ότι ενώ ο κρατικός  μηχανισμός καταπίεσης λειτουργεί ερειδόμενος στη βία, οι ΙΜΚ “λειτουργούν με ιδεολογία”». Βέβαια, προσθέτει, ο «κάθε μηχανισμός του κράτους λειτουργεί και με βία και με ιδεολογία, αλλά αυτό που τους διαφοροποιεί είναι το «ποσοστό συμμετοχής» αυτών των δύο στοιχείων». Συνεχίζει, λέγοντας πως αναγκαίο στοιχείο της κυριαρχίας μιας τάξης είναι η ιδεολογική της ηγεμονία, η ηγεμονία, δηλαδή με τους όρους που έχει χρησιμοποιήσει ως τώρα, εντός των ΙΜΚ(..) ωστόσο, αυτή η ηγεμονία δεν μπορεί να ασκηθεί τόσο εύκολα μέσα στους ΙΜΚ, επειδή οι παλιές κυρίαρχες τάξεις πολλές φορές διατηρούν τη θέση τους εντός αυτών». Εδώ, λοιπόν, είναι το μεγάλο στοίχημα για τους εκφραστές της νέας τάξης πραγμάτων, η μάχη εκ του συστάδην για την ηγεμονία των ΙΜΚ.

Συνοψίζοντας, εφόσον οι  ιδεολογικοί μηχανισμοί  του κράτους λειτουργούν με ιδεολογία, το στοιχείο ενοποίησης τους είναι η ίδια η λειτουργία τους· «στο μέτρο που η ιδεολογία παρά τις αντιφάσεις της, είναι σχετικά ενιαία κάτω από την κυρίαρχη ιδεολογία, που αποτελεί την ιδεολογία των κυρίαρχων τάξεων». Οι ΙΜΚ έχουν, όπως συμβαίνει σε όλα τα δομικά συστήματα, εγγενείς αντιφάσεις, που χρήζουν αναδιαμόρφωσης και επαναπροσέγγισης ,με βάση την συγκυρία και το ισχύον πλαίσιο, τόσο στον επιστημονικό, όσο και στον πολιτικό ‘’κόσμο’’. Μια ιδεολογία, πλήρως ευθυγραμμισμένη με τις ανάγκες και το ρεύμα της εποχής, ικανή να πρυτανεύσει- υπερκερνώντας τις αντιφάσεις της. Ένα αρραγές, δομικά , ιδεολογικό δημιούργημα που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, της εργατικής τάξης.

Βιβλιογραφία:

ΒΑΝ ΓΚΟΓΚ

frapress