Επικαιρότητα

Γιατί η Ελλάδα και η Ευρώπη μπορούν ακόμη να συμφωνήσουν

By Νικήτας Φεσσάς

February 06, 2015

 

Του JOHN CASSIDY

Μετάφραση από το New Yorker για το Νόστιμον Ήμαρ:  Νικήτας Φεσσάς

 

Θα ήθελα πάρα πολύ να είχα κρυφακούσει τί ειπώθηκε στη συνάντηση της περασμένης Πέμπτης στο Βερολίνο μεταξύ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, και του Γιάνη Βαρουφάκη, ομολόγου του στη νέα αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδας. Για χρόνια τώρα, ο Σόιμπλε απολαμβάνει τον ρόλο του ως Andrew Mellon της Ευρώπης, ένας συντηρητικός μπαμπούλας που αντιτίθεται σθεναρά σε κάθε απόκλιση από τις πολιτικές λιτότητας. Ο Βαρουφάκης, ακαδημαϊκός οικονομολόγος και blogger που ανέλαβε τα καθήκοντά του μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της περασμένης εβδομάδας, κάνει τον γύρο της Ευρώπης με αεροπλάνο απαιτώντας μια σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους και μια απόδραση από τη λιτότητα για την ταραγμένη χώρα του.

Δεν φαίνεται να υπάρχει κοινό έδαφος μεταξύ των δύο ανδρών, ούτε καν σε ένα ενδυματολογικό επίπεδο. Ο γκριζομάλλης Σόιμπλε, όπως θα περίμενε κανείς από έναν ανέκφραστο δημότη της Βάδης-Βυρτεμβέργης  που κατείχε διάφορες θέσεις ως υπουργός, προτιμά τα κουστούμια ραμμένα κατά παραγγελία και τις μεταξωτές γραβάτες. O Βαρουφάκης είναι κουρεμένος με την ψιλή. Τις προάλλες, βγήκε από τον αριθμό 11 της Downing Street, όπου είχε μόλις είχε συναντηθεί με τον Βρετανό Υπουργό Θησαυροφυλακίου, George Osborne, έναν ακόμη προστάτη άγιο της λιτότητας στα οικονομικά- χωρίς γραβάτα και φορώντας ένα μαύρο δερμάτινο σακάκι. Η Daily Telegraph τον περιέγραψε ως «υπουργό Οικονομικών- ροκ σταρ της Ελλάδας.”

Για τη συνάντησή του με τον Σόιμπλε, ο Βαρουφάκης επέλεξε ένα μπλε-ελεκτρίκ πουκάμισο. Απ’ ό,τι φάνηκε δεν έλυσαν τις διαφορές τους με γροθιές. Σε συνέντευξη Τύπου αργότερα, ο Σόιμπλε, δήλωσε ότι «συμφώνησαν ότι διαφωνούν» για τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα. Ο Βαρουφάκης τον διέψευσε, λέγοντας: «Δεν καταλήξαμε σε συμφωνία, επειδή κάτι τέτοιο δεν ήταν ποτέ στα χαρτιά ότι θα συμβεί. Συμφωνήσαμε να ξεκινήσουμε συζητήσεις ως εταίροι. “Οι συζητήσεις αυτές έγιναν πολύ πιο φορτισμένες, όταν, λίγες ώρες πριν από την έναρξη της συνάντησης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε μια απροσδόκητα επιθετική κίνηση, δήλωσε ότι δεν θα δεχόταν πλέον τα ελληνικά ομόλογα-‘σκουπίδια’ ως εγγύηση για πίστωση, επικαλούμενη την απειλή της νέας κυβέρνησης να εγκαταλείψει τους όρους του υφιστάμενου προγράμματος διάσωσης. Δεδομένου ότι πολλές από τις προβληματικές τράπεζες στην Ελλάδα εξαρτώνται από την ΕΚΤ για τις τρέχουσες ανάγκες χρηματοδότησής τους, η ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας κλιμάκωσε τις εντάσεις και εγείρε την προοπτική μιας γενικευμένης κρίσης, εάν ο Βαρουφάκης και ο προϊστάμενός του,  πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αρνηθούν να αλλάξουν πορεία.

Οι δυο τους επιθυμούν η E.Κ.Τ. και η Ευρωπαϊκή Ένωση να παράσχουν στην Ελλάδα κάποια προσωρινή χρηματοδότηση για λίγους μήνες, ενώ εξελίσσονται οι συνομιλίες για το χρέος. Όμως  η κίνηση της ΕΚΤ, η οποία εγκρίθηκε από ένα διοικητικό συμβούλιο που απαρτίζεται από εκπροσώπους από τη Γερμανία, τη Γαλλία, και άλλες χώρες της ευρωζώνης, δείχνει ότι θα συμφωνήσει να παράσχει προσωρινή χρηματοδότηση μόνο εάν η Ελλάδα συνεχίσει να ‘παίζει’ ακολουθώντας τους κανόνες, οι οποίοι περιλαμβάνουν συμόρφωση με τους όρους του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης. Υπό το φως όλων αυτών, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών υποχώρησαν την Πέμπτη, την ώρα που  Έλληνας κυβερνητικός αξιωματούχος προειδοποιούσε ότι η χώρα δεν θα υποκύψει στον «εκβιασμό».

Με τους αναλυτές να συζητούν ανοιχτά το ενδεχόμενο ενός ελληνικού ‘

run’ και τον ευχάριστα αντιφατικό όρο “Grexit” να επιστρέφει, είναι πολύ πιθανό όλα να πάνε κατά διαόλου. Αλλά προτού να ξεθάψετε το σακουλάκι με τις δραχμές που φυλάγατε από τον καιρό που γυρνάγατε την Ευρώπη ως φοιτητές, ή καλέσετε τον χρηματιστή σας για να δείτε αν είναι δυνατόν να σορτάρετε τις μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς ή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, αξίζει να πάρετε μια ανάσα. Παρά το δράμα των τελευταίων είκοσι τεσσάρων ωρών, οι πιθανότητες η Ελλάδα και οι εταίροι της στην Ευρωζώνη να φτάσουν τελικά σε μια συμφωνία είναι πολύ περισσότερες από πενήντα-πενήντα. Η διαδικασία θα διαρκέσει μήνες, και θα υπάρξουν κι άλλοι συναγερμοί κατά τη διάρκεια της διαδρομής- κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για μια αναδιάρθρωση του χρέους, αυτό είναι σχεδόν πάντα το μοτίβο. Αλλά το πιθανό κόστος για τις δύο πλευρές αν δεν μπορέσουν να καταλήξουν σε συμφωνία είναι τόσο μεγάλο που, κατά πάσα πιθανότητα, κανείς από τους δύο δεν θα επιτρέψει να συμβεί.

Ας πάρουμε πρώτα την Ελλάδα. Δεν είναι ακριβώς είδηση ότι η κυβέρνηση της Αθήνας θέλει να ξεφύγει από ένα πακέτο διάσωσης που την έχει αναγκάσει να μειώσει τις δαπάνες, να απολύσει μεγάλους αριθμούς εργαζομένων στον δημόσιο τομέα, και να παρακολουθήσει το ποσοστό ανεργίας της χώρας να ανεβαίνει περίπου στο είκοσι πέντε τοις εκατό. Τον περασμένο Οκτώβριο, ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός από το 2012 μέχρι πριν από μερικές εβδομάδες, δήλωσε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι η χώρα του προτίθεται να εγκαταλείψει το πρόγραμμα διάσωσης νωρίς. Το ερώτημα ήταν αν αυτό ήταν δυνατόν να συμβεί πρακτικά. Το ΔΝΤ επιμένει ότι, ακόμη και αν η Ελλάδα καταφέρει να αποπληρώσει τα υφιστάμενα δάνειά της προς το ταμείο, η χώρα θα χρειαστεί ακόμη εφεδρική χρηματοδότηση, η οποία θα περιλαμβάνει συνεχή διεθνή εποπτεία των πολιτικών που ασκούνται.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση Σαμαρά για δουλικότητα προς την «τρόικα» των πιστωτών της Ελλάδας, το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΚΤ, και υποσχέθηκε να εγκαταλείψει το υπάρχον πλαίσιο και να παρουσιάσει μια νέα πρόταση αναδιάρθρωσης του χρέους απευθείας στις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο Βαρουφάκης παρουσίασε το γενικό πλαίσιο του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα σκοπεύει να εκδώσει πολλά δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα ομόλογα και να χρησιμοποιήσει τα έσοδα για να αποσύρει πολλά από τα παλιά. Αλλά αρνήθηκε να γίνει πιο συγκεκριμένος, λέγοντας ότι αυτή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για μια διάλεξη πάνω στη χρηματοοικονομική μηχανική.

Ίσως όχι, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται απεγνωσμένα τη συνεργασία της Ε.Κ.Τ.. Ακόμα και μετά την άρνησή της να δεχθεί τα ελληνικά σκουπιδο-ομόλογα ως εγγύηση, το ίδρυμα με έδρα τη Φρανκφούρτη θα εκτείνει τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών δίνοντας πολλά χρήματα, μέσω διαφορετικών τρόπων δανεισμού και με βάση άλλα είδη εγγυήσεων. “Η Ε.Κ.Τ. προθερμαίνει τους μύες της, κάνοντας γνωστό σε όλους ότι είναι πολύ κοντά στο να κλείσει την κάνουλα της ρευστότητας προς την Ελλάδα”, έγραψε ο Karl Whelan, οικονομολόγος στο University College του Δουβλίνου, ο οποίος παρακολουθεί από κοντά αυτά τα πράγματα. “Αλλά τα κεφάλαια δεν έχουν αποσυρθεί ακόμη.”, συνέχισε.

Αν η Ε.Κ.Τ επιλέξει να απέχει εντελώς, σχεδόν σίγουρα θα υπάρξει ένα

run για τον ελληνικό χρηματοπιστωτικό τομέα, και η μόνη επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να διατάξει την ελληνική κεντρική τράπεζα να τυπώσει χρήμα και να σώσει τις τράπεζες. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι δεν είναι η έκβαση που επιθυμούν, και κάτι τέτοιο δεν θα το ανεχόταν ούτε ο ελληνικός λαός. Παρά τη λαϊκή δυσαρέσκεια στην Ελλάδα απέναντι στο πακέτο διάσωσης, καθώς και προς τους Γερμανούς, οι περισσότεροι Έλληνες θέλουν να παραμείνουν στη νομισματική ένωση. Αυτό είναι σαφές από τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων, και αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το αρχικό σφάλμα του, θα πρέπει να δείξει κάποια ευελιξία.

Βραχυπρόθεσμα, αυτό μάλλον σημαίνει ότι η Κυβέρνηση θα πρέπει να συμφωνήσει σε κάποιου είδους εξωτερική εποπτεία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το χρέος, ίσως χωρίς τη ρητή συμμετοχή του ΔΝΤ, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι αδικαιολόγητα, κατηγορεί για τους σκληρούς όρους των πακέτων διάσωσης του 2010 και του 2012. Ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας ίσως τελικώς χρειαστεί να συνθηκολογήσουν, εγκαταλείποντας μερικές από τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις. Αλλά εφ ‘όσον μια ενδεχόμενη συμφωνία σημαίνει ότι η Ελλάδα ξεφεύγει από τα νύχια της τρόικας, και ανακτά μέρος της πολιτικής της κυριαρχίας, βλέποντας παράλληλα τα χρέη της να μειώνονται, η λογική υποδεικνύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει τη συγκατάθεσή του.

Και τι γίνεται με τους πιστωτές της Ελλάδα; Σίγουρα, η Γερμανία και οι υπόλοιποι δεν θα δεχτούν να υπογράψουν μια τέτοια συμφωνία; Κι όμως, στην πραγματικότητα, είναι πολύ πιθανόν ότι θα το κάνουν.

Από τη μια πλευρά, οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει ήδη καταβάλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να βελτιωθεί η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της, και ότι το χρέος της, ως έχει, δεν είναι βιώσιμο. Ακόμη και το Δ.Ν.Τ. αναγνωρίζει κάποια από αυτά τα δεδομένα. Πριν από μερικά χρόνια, το ελληνικό δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν πάνω από δεκαπέντε τοις εκατό του ΑΕΠ Τώρα, η ελληνική κυβέρνηση έχει πρωτογενές πλεόνασμα, πράγμα που σημαίνει ότι καλύπτει το σύνολο των αναγκών της της, εκτός των τόκων του χρέους. “Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, σε απόλυτους αριθμούς, τόσο από την άποψη της δημοσιονομικής προσαρμογής όσο και μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα έχει κάνει πιθανώς περισσότερα από οποιονδήποτε,” δήλωσε ο Poul Thomsen, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, σε συνέντευξη Τύπου πριν από λίγο καιρό.

Παρ ‘όλες τις περικοπές που έχει κάνει, ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει ένα δυσβάσταχτο χρέος περίπου τριακόσιων δισεκατομμυρίων δολαρίων , το οποίο ισοδυναμεί με περίπου εκατόν εβδομήντα πέντε τοις εκατό του ΑΕΠ της χώρας. Το ποσό είναι τόσο μεγάλο που υπάρχουν μικρές πιθανότητες να αποπληρωθεί ποτέ στο ακέραιο. Σε τελική ανάλυση υπάρχουν παρόμοιες περιπτώσεις στην Ιστορία, όπως εκείνη της κρίσης χρέους στην Λατινική Αμερική της δεκαετίας του ‘80, όπου το πρόβλημα της χρόνιας υπερχρέωσης επιλύθηκε μόνο όταν οι πιστωτές αποδέχτηκαν μία συμφωνία η οποία διέγραφε μέρος των εκκρεμών δανείων.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι περισσότεροι ειδικοί, ακόμη και Γερμανοί, θεωρούν ένα είδος «κουρέματος» ως αναπόφευκτο στην ελληνική περίπτωση. Στην πραγματικότητα, το εμπόδιο δεν είναι το κούρεμα καθεαυτό. Είναι το πώς θα είναι δομημένο, και το πως θα μεταμφιεστεί, αλλά και το αν θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλες χώρες που βρίσκονται σε προγράμματα διάσωσης και έχουν λάβει το ‘φάρμακο’ της λιτότητας, όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Οι ευρωπαϊκές αρχές, σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένα, θέλουν να διατηρήσουν μέρος του έλεγχου της διαδικασίας. Οι Γερμανοί, ειδικότερα, επιμένουν στο να ανταποκριθεί η Ελλάδα στις υποσχέσεις της να μεταρρυθμίσει την οικονομία της, για παράδειγμα, διατηρώντας το δημοσιονομικό της έλλειμμα υπό έλεγχο, ιδιωτικοποιώντας δημόσιες επιχειρήσεις, καθώς και ανοίγοντας τα κλειστά επαγγέλματα στον διεθνή ανταγωνισμό. Η προηγούμενη κυβέρνηση στην Ελλάδα, παρόλη την πρόοδο που έκανε στη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, κινήθηκε πολύ πιο αργά σε ό,τι αφορούσε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα έβλαπταν κάποια ισχυρά συμφέροντα.

Εδώ, ωστόσο, υπάρχουν λόγοι για αισιοδοξία. Όταν Βαρουφάκης παρουσίασε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τις συμφωνίες ανταλλαγής χρέους, υποσχέθηκε ότι η κυβέρνησή του θα διατηρήσει ένα πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, και θα ξεπεράσει τον προκάτοχό του στην προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. «Θα πω στον κ. Σόιμπλε ότι μπορεί να είμαστε ανεπιθύμητοι ως αριστεροί, αλλά μπορεί να υπολογίζει στον ΣΥΡΙΖΑ για να καθαρίσει την Ελλάδα από τα καρτέλ και τους ολιγάρχες, και να προωθήσει τις βαθιές μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό κράτος που οι προηγούμενες κυβερνήσεις αρνήθηκε να κάνουν », είπε ο Βαρουφάκης στην Daily Telegraph. “Αλλά θα του πω, επίσης, ότι πρόκειται να δώσουμε τέλος στο σπιράλ χρέους-αποπληθωρισμού και ότι αυτό έπρεπε να είχε γίνει πριν από πέντε χρόνια. Αυτό δεν είναι διαπραγματεύσιμο ».

Αναμφίβολα, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της θα παζαρέψουν σκληρά. Εν τέλει, ωστόσο, δεν θέλουν να δουν την Ελλάδα να συντρίβεται έξω από τη ζώνη του ευρώ. Το όλο νόημα των νομισματικών ενώσεων είναι ότι υποτίθεται ότι είναι μη αναστρέψιμες. Εάν η Ελλάδα έβγαινε από το ευρώ και οι τράπεζές της χρεωκοπούσαν, αυτό θα δημιουργούσε ανησυχητικό προηγούμενο. «Σε κάθε μελλοντική κρίση, το ερώτημα θα είναι αν αυτή ήταν η «στιγμή της εξόδου, ” σημείωσε έξυπνα ο Martin Wolf των Financial Times την περασμένη εβδομάδα. ” To αποτέλεσμα θα είναι χρόνια αστάθεια.” Και η Γερμανία, παρά τις κατά καιρούς γκρίνιες προερχόμενες από κύκλους του Βερολίνου, δεν θέλει να δει το ευρώ να αποσταθεροποιείται ή να καταστρέφεται. Η θέση της ως ηγέτιδας μιας νομισματικής ένωσης με δεκαεννέα μέλη καθιστά τη γερμανική βιομηχανία πιο ανταγωνιστική και της εξασφαλίζει μεγαλύτερη ευμάρεια και επιρροή.

Με λίγα λόγια, υπάρχουν περιθώρια για μια συμφωνία που ωφελεί την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας. Γιατί, λοιπόν, Σόιμπλε και Βαρουφάκης δεν έκατσαν να σχεδιάσουν τα βασικά στοιχεία της συμφωνίας στο πίσω μέρος μιας χαρτοπετσέτας; Εν μέρει επειδή πρέπει πρώτα να επιλυθεί το θέμα της ενδιάμεσης χρηματοδότησης και του ρόλου της ΕΚΤ. Ίσως και επειδή η κάθε πλευρά πιστεύει ότι θα κερδίσει μια καλύτερη συμφωνία παίζοντας το παιχνίδι για περισσότερο χρόνο. Και εν μέρει επειδή οι ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ και της ευρωζώνης πρέπει και να πείσουν τους οπαδούς τους ότι δεν ενδίδουν υπερβολικά εύκολα. Έτσι, το πράγμα θα συνεχιστεί για λίγο. Εφόσον, ωστόσο, επικρατήσει η λογική, σίγουρα τελικά θα διευθετηθεί.